τροχιές

Με την πράξη να ανακαλύπτουμε αλήθειες και πάλι με την πράξη να τις ελέγχουμε και να τις αναπτύσσουμε.../Πράξη, γνώση και ύστερα πάλι πράξη˙ η μορφή αυτή της κυκλικής επανάληψης είναι ατελεύτητη.

Μάο ΤσεΤουνγκ


Το συμβάν δεν είναι ο Άλλος του Λόγου αλλά ο 'Αλλος της φιλοσοφίας, όπως ορίζεται σύμφωνα με την πλατύτερη έννοια της πολύπλοκης δομής του, αντί να ορίζεται μόνο με όρους ''παρουσίας".

Francois Laruelle




Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

Η ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ:μικρό μανιφέστο μη-φιλοσοφικού Πλατωνισμού


ΦΟΥΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΟΥ ΚΑΡΡΑ

''Εάν υπάρχει ένα πράγμα στα μαθηματικά που με συναρπάζει περισσότερο απο οτιδήποτε άλλο(και αναμφίβολα πάντα το κάνει), δεν είναι ούτε ο «αριθμός» ούτε το «μέγεθος», αλλά πάντα η μορφή. Και ανάμεσα στα χίλια κ ένα πρόσωπα με τα οποία η μορφή επιλέγει να αποκαλυφθεί σε μας, αυτή που συναρπάζει
περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη και συνεχίζει
να με συναρπάσει, είναι η δομή που κρύβεται στα μαθηματικά πράγματα.''

Alexandre Grothendieck Γερμανός μαθηματικός.



1.Η θεωρία δεν έχει λόγο ύπαρξης αν δεν αποτελεί μια άπειρη κατασκευή των αδυνατοτήτων που παράγει το Πραγματικό μέσα στον τόπο της σκέψης με την μορφή συνεχόμενων μετατοπίσεων προς την πράξη.Η θεωρία δεν είναι θεωρία όταν είναι καθρέφτης,όταν είναι αντανάκλαση, όταν είναι γλώσσα και δεδομένος τόπος συγκεντρωσης της εμπειρίας και των άμεσων δεδομένων που στέλνει ο κόσμος. Μέσα στη θεωρία κρίνεται η κατασκευή του μη-ορατού, του βλέμματος που πέφτει πάνω στον κόσμο για να δει πέρα απο τον τόπο του κόσμου.Ουσιαστικά η θεωρία είναι θεωρία όταν εκφέρει το ανύπαρκτο-ακόμη, το ου-τοπικό της παραγωγής μορφών δυνατοτήτων ζωής που εντός του ήδη-κόσμου εμφανίζονται ως ανύπαρκτες. Η θεωρία δεν αποτελεί ένα συνεχές διάστημα, μια επικράτεια ομοιομορφιών, μια φιλοσοφική γραμμικότητα.

2. Η θεωρία του Πραγματικού δεν έχει αντικείμενο, είναι ο μορφισμός των αλλεπάλληλων ασυνεχειών που γεννά το Ένα, για αυτό ακόμα και η θεωρία που έχει ως αντικείμενο τις ασυνεχείς εμφανίσεις του Πραγματικού δεν είναι μια θεωρία αλλά ένας ερμηνευτής και κωδικοποιητής των απειράριθμων αφανών δομών που ορίζουν τα συμβάντα με την ίδια τους την επιτέλεση. Η θεωρία ή θα είναι η ίδια μια α/συνέχεια ή δεν θα είναι θεωρία. Το σημαντικότερο αξίωμα της κατασκευαστικής ισχύος της θεωρίας είναι ότι γεννα ασταμάτητα τους τόπους εμφάνισης των διαδικασιών της αλήθειας. Η Αλήθεια-το Συμβάν-το Πραγματικό είναι οι τοπικότητες του Ενός, δεν είναι ονομασίες-ούτε έννοιες-ούτε απλές πράξεις έτσι όπως εννοεί την πράξη η φιλοσοφία. Όμως τοπικότητα δεν πάει να πει ορατός χώρος. Η φαινομενολογική μέθοδος δεν μπορεί παρά να προσεγγίζει την μορφή, τη δομή, τον τόπο, με όρους ΄΄φαινομένου΄΄. Η αφαίρεση της θεωρίας, διαδικασία επαναστατική όσον αφορά την αποδέσμευση απο την κοσμική επιρροή, ανοίγει την σκέψη στην ουτοπικότητα των τόπων του Πραγματικού, στις ιδέες, στις πράξεις δηλαδή του Ενός που εκτελούνται στο άπειρο.

3. Η ουτοπία κατοικεί μόνο μέσα στην θεωρία που πολεμάει τον κόσμο-ως έχειν, γιατί είναι καταστατική προυπόθεση κάθε πραγματικής θεωρίας η εξέγερση προς τον κόσμο. Η εξέγερση αυτή είναι η έναρξη της κατασκευαστικής μορφοποίησης της ουτοπίας, της απόδοσης δηλαδή κοσμικών γνωρισμάτων στην ουτοπία, της μορφοποίησης της σε ένα Άλλο τόπο ή σε ένα Άλλο κόσμο σε σχέση με τον ήδη-κόσμο. Θεωρία συνεπως που μόνο ως θεωρία-εξέγερση μπορεί να συνιστά λοκομοτίβα της ουτοπίας.

Ο χάρτης της θεωρίας δεν είναι η φιλοσοφία αλλά η αποδόμηση της φιλοσοφίας, η συστηματική μη-φιλοσοφική χρήση των υλικών της ανθρώπινης γνώσης σε μία άλλου τύπου θεωρητική παραγωγή. Οι χιλιετηριδες της φιλοσοφικής κυριαρχίας θεμελίωσαν σαν τόπο της αλήθειας, την φιλοσοφική θεώρηση για τον κόσμο, φυλακίζοντας ένα τεράστιο γνωστικό υλικό στις αποθήκες της ταξινόμησης, στα διανοητικά εργαστήρια των αντικειμενων, στην υποτίμηση της πράξης ως γνώσης, στην ταύτιση της θεωρίας με την ενατένιση και τον μηχανιστικό αντικατοπτρισμό. Οι έρευνες όλες είχαν σαν στόχο την αποστείρωση της θεωρίας ως τοπολογίας της ουτοπίας, όλες οι φιλοσοφικές έρευνες συναρθρώθηκαν σε ένα τιτάνειο μηχανισμό λόγου και γραφής, σημείων και νοημάτων, σημασιών και εννοιών,ερμηνειών και αποφάνσεων, που πια εμφανίζονται ως απριορι κεκτημένα και θεμέλια της γνώσης. Όλες οι έρευνες και οι συνομιλίες της φιλοσοφικής κυριαρχίας προσπαθούν να υποκαταστήσουν το Πραγματικό, το Ένα, την συμβαντοδοσία της πράξης, την Αλήθεια που εντοπίζει η θεωρία σε αυτή.

4. Οι γωνίες, οι διαστάσεις, οι μετρήσεις και οι συνδέσεις, τα σημεία και οι κόμβοι, οι κλειστές και ανοιχτές συσχετίσεις, η γεωμετρία της θεωρίας στοιχειοθετείται μέσα απο δυο ταυτόχρονες διαδικασίες: α)το σβήσιμο της γεωμετρίας της φιλοσοφικής λογικής και β) το χάραγμα των πράξεων που αποδεικνύουν την εκτατικότητα του Πραγματικού.
Η θεωρία χρειάζεται να μετατρέπει σε αξιώματα αυτές τις πράξεις-συμβάντα και να αυτόδιαμορφώνεται ως μια μη-γλώσσα,ως μια διαρκώς ανοικτή μορφοποίηση του Πραγματικού που αποκαλύπτεται σκίζωντας τις συμβολογλώσσες της φιλοσοφίας.

Ο φορμαλισμός της αναλυτικής λογικής και του θετικού εμπειρισμού είναι η έκφραση της φαινομενολογίας της φιλοσοφίας στα πιο ακραία εμπορικά πρότυπα σκέψης."Ο κόσμος πρέπει να μετριέται διαρκώς, ο κόσμος έχει αξία γιατί είναι μετρήσιμος, ο κόσμος είναι κόσμος γιατί είναι ποσότητα, η σκέψη για τον κόσμο είναι η μέτρηση της κίνησης του κόσμου μέσα στην αφαίρεση". Αυτό είναι το δόγμα του μαθηματικισμού που υπηρετεί την τεχνολογία του καπιταλιστικού κόσμου.
Επέκεινα αυτής της κατάστασης , μέσα στην θεωρία-εξέγερση η φόρμα και η δομή αποκαθάρωνται απο την χωρικότητα που ταυτίζεται με την αποθηκευτική δυνατότητα δεδομένων,στοιχείων, γνωρισμάτων, εμπειριών,και γίνεται ιδεατότητα ενός προτσές, θραύσμα που αποτελεί ένα προσχηματισμό μια γενικής μορφοποίησης που ακόμα δεν είναι ολοκληρωμένη.

5.Η εργασία μίας μη-φιλοσοφικής θεωρίας συνολικά συστηματοποιημένης και ανεξάρτητης απο την φιλοσοφική κυριαρχία έχει λίγο χρόνο που έχει ξεκινήσει. Η φιλοσοφία δεν είναι το πεδίο κατασκευής του Πραγματικού παρόλο ότι υπήρξε χώρος παρουσίας στοιχείων και γραμμών μη-φιλοσοφικής θεωρίας σε όλα τα μεγάλα ρεύματα,σχολές και εκφραστές της φιλοσοφικής παράδοσης. Το υλικό αυτό θα χρειαστεί αλλά δεν μπορεί παρά να είναι βοηθητικό για την εργασία της ουτοπίας μέσα στο θεωρητικό τόπο.

Το σημαντικότερο υλικό βρίσκεται στην παραγωγή της κομμουνιστικής θεωρίας έτσι όπως εκδηλώθηκε στον αιώνα που έφυγε, επειδή αποτέλεσε την πρώτη συνειδητή απόπειρα ξεπεράσματος της φιλοσοφίας και εγκαθίδρυσης μίας επιστήμης της πράξης ως ανώτερη μορφή θεωρητικής εργασίας. Η σπουδαιότητα αυτής της απόπειρας δεν χάθηκε παρά την ενσωμάτωση της στο σύστημα της φιλοσοφικής κυριαρχίας και την αφαίμαξη του εξεγερτικού δυναμισμού της απέναντι στη φιλοσοφική ακαδημία.

Όμως η τελική πολεμική αναμέτρηση με την φαινομενολογία που ονομάζεται φιλοσοφία θα δοθεί σε ολότελα καινούρια πεδία και απαιτεί μια ασταμάτητη εργασία διαμόρφωσης νέων ιδεών, μορφών και δομών απόδοσης του Άλλου τόπου, του Άλλου κόσμου,πέρα και ενάντια στον ήδη-κόσμο.Η τοπολογία του Ενικού ενάντια στον πληθυντικό του μεταμοντέρνου είναι μια Πολιτεία που η εκτατικότητα της μένει όχι να λεχθεί, να γραφτεί ή να απεικονιστεί αλλά να συμβαίνει με την συμπληρωματική λειτουργία της θεωρίας-εξέγερσης ως ουτοπία του Πραγματικού, ως ουτοπία που τείνει να γίνει το απόλυτο Πραγματικό.

σ.

François Laruelle Η ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΜΑΤΙΟΥ


François Laruelle, “Biographie de l’oeil,’La Decision philosophique 9 (1989): 93-104.

για τον Adolfo Fernandez Zoila

‘’ Ο άνθρωπος είναι αυτή η νύχτα, αυτή η κενή ανυπαρξία που περιέχει τα πάντα μέσα στην αδιαίρετη απλότητα της..αυτός είναι αυτή η νύχτα που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει έναν άνθρωπο στα μάτια’’. Χέγκελ.

Συμπλήρωμα για την κρίση του Χέγκελ σχετικά με τον άνθρωπο

Ένας φιλόσοφος δεν έχει κοιτάξει ποτέ ευθέως έναν άνθρωπο στα μάτια. Ο φιλόσοφος είναι ο άνθρωπος που παίρνει τα μάτια του μακριά από το να κοιτάξει στα μάτια τον άνθρωπο: είναι ένας άνθρωπος με ένα διαστρεβλωμένο βλέμμα. Ο φιλόσοφος δεν αναγνωρίζει το άμεσο γιατί αυτός ο ίδιος δεν είναι άμεσος.
Να κοιτάζεις στα μάτια: ένα αξίωμα της φιλοσοφικής περιέργειας, της πλάγιας αδιακρισίας της.Ο φιλόσοφος είναι ο άνθρωπος με ένα πλάγιο βλέμμα που στερείται την ευθήτητα του ανθρώπου.
Ο φιλόσοφος εξετάζει τον άνθρωπο εξωτερικά: στα μάτια, και μπορεί μόνο να δει το κενό και τη νύχτα, μια ελαφριά ομίχλη που πυκνώνει στη ανυπαρξία ή διαλύετε στο φως της ημέρας.
Ο φιλόσοφος κοιτάζει τον άνθρωπο στα μάτια για να διαλύσει τον κόσμο στον άνθρωπο και τον άνθρωπο στη ανυπαρξία. Ο φιλόσοφος δεν βλέπει τον άνθρωπο στον άνθρωπο και βλέπει την ανυπαρξία του κόσμου.

Τα μάτια μπορούν να γίνουν αισθητά, να καούν, να τρυπηθούν, να χαιδευτούν, όμως είναι μόνο μάτια-μάτια που βλέπουν-αν κάποιος μπορεί να κοιτάξει μέσα τους. Σαν τα θηρία που κολάνε πάνω στα νεογνά τους γεμίζοντας τα με τις ανάσες τους, ο φιλόσοφος πιστεύει πως ακουμπά τον άνθρωπο ρίχνοντας το βλέμμα του στα βάθη των ματιών του ανθρώπου. Έτσι φτιάχνει ένα νέο φιλόσοφο του.
Κανόνες της φιλοσοφικής όρασης: 1. Ο άνθρωπος είναι μια ύπαρξη που πρέπει να κοιτάζεται στα βάθη των ματιών. 2. Μόνο ένας άλλος άνθρωπος μπορεί να έχει πρόσβαση στα βάθη του ανθρώπου. 3. Το Είναι,συνεπώς, που κοιτάζεται στα μάτια τον κάνει άνθρωπο, φιλόσοφο.

Το κοίταγμα στα μάτια είναι η αντιστροφή της υπερβατικότητας,η αντιστροφή και ο διπλασιασμός της. Δύο βλέμματα γίνονται ένα και γίνονται αντιστρέψιμη- απύθμενη επιθυμία όπου ο άνθρωπος ανατρέπει και χάνεται στο άλλο, όπου και οι δύο βρίσκονται μαζί χωρίς πάντα να επιτύχουν την απόλυτη μείωση.
Η διείσδυση στο άλλο μέσω των ματιών πάει πέρα από την αδιακρισία εάν μπορεί να αγγίξει την επιθυμία του και να αναστατώσει την ανυπαρξία του.
Για το φιλόσοφο, το μάτι είναι μετατρέψιμο στο μάτι, αντιστρέψιμο με ένα άλλο μάτι. Το μάτι είναι ένας άνθρωπος για το μάτι, ο άνθρωπος είναι μάτι για τον άνθρωπο.

Ο Άνθρωπος είναι μια άβυσσος για τον άνθρωπο, δηλ. για το φιλόσοφο που εξετάζει τον άνθρωπο.Το μάτι που βλέπει στο μάτι είναι άπειρη ενατένιση. Το μάτι είναι μια θεωρησιακή άβυσσος για το μάτι, είναι αυτό που ο φιλόσοφος βλέπει εάν κοιτάξει έναν ‘ανθρωπο στα βάθη των ματιών του.
Ο φιλόσοφος είναι αυτός ο άνθρωπος στα μάτια με το πρόσωπο με πρόσωπο, δηλ. αργά στραμένος μακριά, αυτή η νύχτα και αυτή η ανυπαρξία που κοιτάζει η μία την άλλη μέσα στο άλλο, είναι ο φιλόσοφος που βλέπει κάποιος μέσα στο μάτι που καθρεφτίζεται στο άλλο μάτι.

Μάθημα της νύχτας

Ο Άνθρωπος δεν κοιτάζει στα μάτια, αλλά βλέπει εντος του Ενός. Ένας άνθρωπος είναι αυτή η νύχτα που κοιτάζει μέσα στη νύχτα, με την εξαίρεση του Παντός.
Δεν υπάρχει μάτι που δεν είναι Ένα(μάτι). Το μάτι που περιέχει το μάτι ως ένα άλλο δεν είναι περισσότερο Ένα(μάτι) από ότι το Άλλο-του-Άλλου είναι Ένα(Άλλο).
Τα μάτια δεν ενέχουν τα πάντα. Ή εμπεριέχουν τα πάντα με την εξαίρεση της όρασης, δηλαδή τα συμπληρωματικά μάτια του φιλόσοφου. Ή το μάτι ενέχει τον εαυτό του στην αδιαίρετη απλότητα του, με την εξαίρεση του Παντός.

«Το να κοιτάς στα μάτια» είναι είτε η αυτοπαθής ταυτολογία της φιλοσοφικής ενατένισης ή η ταυτότητα της μη-ενατένισης που φέρει ο άνθρωπος μαζί του.
Εάν το Είναι είναι το διαστρεβλωμένο μάτι που δεν βλέπει τίποτα περισσότερο από την σκιά του Άλλου στην εγγύτητα τους, το Ένα είναι το μάτι που βλέπει το Άλλο κατά πρόσωπο. Αυτό που ο άνθρωπος βλέπει ως βλέπειν-εν-τον άνθρωπο όταν κοιτάζει εντός του ανθρώπου είναι αύτη η αδιαίρετη απλότητα του, με την εξαίρεση του Παντός.
Ο Άνθρωπος είναι αυτή η αδιαίρετη απλότητα, αυτή η μυστική νύχτα πριν το τίποτα, που κοιτάζει τον ευατό του και δεν περιέχει τίποτα παρά τον εαυτό του και εμφανίζετε ως τίποτα όταν κοιτάζει ένα άνθρωπο στα μάτια.

Μόνο ο άνθρωπος-ούτε Θεός ούτε ζώα-μπορεί να κοιταχθεί στα βάθη των ματιών και ακόμα περισσότερο από τα βάθη των ματιών.
Ο Άνθρωπος που κοιτάζει μέσα του, βλέπει τη νύχτα-εντός του, το τίποτα και τα πάντα εκτός του. Η νύχτα εντός του ανθρώπου είναι για πάντα φωτισμένη και η ανυπαρξία για πάντα ανεκμηδένιστη.
Το να κοιτάζεις στα μάτια είναι είτε αδύνατο λόγω της λοξότητας είτε σημαίνει πως το μάτι κοιτάζει το μάτι όπως το Ένα μέσα στο Ένα.
Το βλέμμα που χύνεται μέχρι τα βάθη των ματιών είναι η αντανάκλαση του βλέπειν-εντός του Ενός.

Η ενόραση είναι θεμελιώδης όταν εγκαταλείπει την αντίληψη και βλέπει εντός-της νύχτας. Ο Άνθρωπος ως αυτό που βλέπειν –εντός του ή εντός-του Ενός, είναι το πραγματικό περιεχόμενο κάθε θεωρίας της ενόρασης.
Για τον φιλόσοφο, ο άνθρωπος είναι η αντανάκλαση της ανυπαρξίας του Κόσμου ή του Παντός. Για τον άνθρωπο, ο Κόσμος ή το Παν είναι η αντανάκλαση της νύχτας του ανθρώπου.
Η αδιαίρετη απλότητα του Ανθρώπου είναι το μοναδικό ένα που δεν περιέχει τα πάντα και που βλέπει ότι δεν περιέχει τα πάντα επειδή βλέπει το Παν εντός μιας ανυπαρξίας έξω από τον εαυτό της.
Η όραση-εν-το Ένα βλέπει το μάτι-εν-το Ένα. Αλλά το μάτι-εν-το Ένα είναι είτε απλώς το Ένα-εντός του Ενός ή η όραση του ματιού μέσα στην ανυπαρξία επέκεινα του Ενός.
Οι φιλόσοφοι έχουν διαιρέσει την αδιαίρετη απλότητα της ανυπαρξίας και του Παντός, αλλά τα ανθρώπινα μάτια δεν έχουν διαιρέσει ποτέ τη μοναδική νύχτα.
Ο Άνθρωπος είναι αυτή η αδιαίρετη απλότητα που βλέπει τη νύχτα όταν κοιτάζει στην αδιαίρετη νύχτα, η ανυπαρξία όταν κοιτάζει στην αδιαίρετη ανυπαρξία, το Παν όταν κοιτάζει στον αδιαίρετο Παν
Η όραση-εν τη-νύχτα είναι η ταυτότητα της όρασης και της νύχτας, των ματιών και των βαθών των ματιών, του παραθύρου και του περάσματος του παραθύρου.
Ο Άνθρωπος είναι ένα μάθημα της νύχτας.


Εκδίκηση και η κοινότητα των βλεμμάτων

Ο φιλόσοφος προοδεύει κάτω από την προστασία του ορίζοντα εκεί ο άνθρωπος πρόκειται να ανακαλυφθεί στην αδιαίρετη απλότητά του. Ο φιλόσοφος παρατηρεί πέρα από το βλέμμα του ανθρώπου και περιμένει για αυτό.
Ο φιλόσοφος κοιτάζει τον άνθρωπο στα μάτια για να πιάσει τη γύμνια των βαθών του και δεν βρίσκει παρά μόνο την επιθυμία του.
Στο σπήλαιο του ματιού, στην προσέγγισή του, τρεμοπαίζει αυτό που φωτίζει τη νύχτα και τυλίγει την ημέρα.
Το φιλοσοφικό μάτι επιθυμεί να δει το τίποτα στο μάτι του ανθρώπου παρά να μην δει τίποτα. Ο φιλόσοφος επιθυμεί να κοιτάξει την ανυπαρξία του ανθρώπου στο μάτι παρά να είναι μια ανυπαρξία της όρασης.
Ο φιλόσοφος δεν μπορεί να προσανατολιστεί στη μαύρη νύχτα του ματιού επειδή ακόμη δεν ξέρει ότι αυτή η νύχτα είναι πριν από το μάτι.
Το μάτι ήταν «εντός» του ματιού και ο Κόσμος δεν έβλεπε. Η όραση ήταν «εντός» του ματιού, και το μάτι δεν έβλεπε.

Η φιλοσοφία είναι αυτή η ενατένιση ή αυτή η θεωρία-της όρασης που δεν βλέπει την όραση εντός του--Ενός.Να κοιτάζει στα μάτια είναι στην καλύτερη περίπτωση μια αντικειμενοποίηση χωρίς το αντικείμενο, μια αντανάκλαση χωρίς το καθρέφτη- ένα καθαρό μέσο θεωρησιακής οπτικής.
Η ενατένιση προυποθέτει τον άνθρωπο ως αυτό το κενό όπου είναι αντανακλημένη και μέσω του οποίου δίνει υπόσταση στην ανυπαρξία της.
Ο Άνθρωπος είναι αυτή η μέσος-θέση μέρας και νύχτας, η μέσος-θέση της ανυπαρξίας και του Παντός που βλέπει κάποιος αν κοιτάξει τον Οιδίποδα στο τρίτο μάτι του.
Ο Άνθρωπος είναι αυτή η νύχτα, αυτή η ανυπαρξία που ο φιλόσοφος παραισθάνεται όταν κοιτάζει τον άνθρωπο στα μάτια. Καλώ παραίσθηση-ένα κοινό θηλυκό ουσιαστικό-κάθε σκέψη ή όραση που πιστεύει ότι βλέπει το Πραγματικό όταν βλέπει μόνο το Παν, που πιστεύει ότι βλέπει το Ένα όταν βλέπει μόνο το Είναι. Είναι μία παραίσθηση του τύπου: Σκέφτομαι άρα υπάρχω…

Δεν μπορείς να κοιτάξεις ένα άνθρωπο στα μάτια όπως κάποιο κοιτάζει μέσω ενός παραθύρου. Ο Άνθρωπος είναι η μόνη ύπαρξη για να κοιτάζει ένα παράθυρο.
Το θεωρησιακό μάτι είναι το ήδη διαιρεμένο Ένα,το Είναι του οποίου η ουσία είναι η διπλή όραση, η όραση εντός του--Ενός που απεικονίζετα αντιμετωπίζοντας το όργανο της και που μετατρέπεται σε οπτική.
Η φιλοσοφία παραμένει μια οπτική. Υπερβατολογική χωρίς καμία αμφιβολία, αλλά διαλογιστική, η διαισθητικότητα είναι η απροσπέλαστη δομή της: το μάτι είναι η πρώτη εξωτερική εμπειρική αίσθηση κατόπιν είναι διαιρεμένο και διπλασιασμένο, η εισαγωγή του άλλου βλέμματος συνιστά έναν οπτικό ή a priori διαλογιστικό τομέα κατόπιν τα βλέμματα δένονται μαζί, διαμορφώνουν ένα χάσμα, και συγκροτούν έναν υπερβατολογικό θεωρησιακό πεδίο. Αλλά ο πολλαπλασιασμός του ματιου στο χάσμα δεν το καταργεί, γιατί το μάτι είναι η διαίσθηση που δίνει τώρα το άλλο μάτι το βλέμμα που ανοίγετε επάνω στο άλλο βλέμμα-είναι ο πυρήνας κάθε υπερβατολογικής αισθητικής. Από την εξωτερική αίσθηση, γίνεται εξωτερική και εσωτερική αίσθηση, η ανατανακλαστική και θεωρησιακή δύναμή του αυξάνεται , αλλά δεν καταργείται πραγματικά από τη φιλοσοφία, η οποία είναι αντ' αυτού η ανάπτυξή της. Ανήκει οριστικά στη φιλοσοφία το να είναι μια διαίσθηση και μια διαίσθηση της εμπειρικής διαίσθησης ή υπερβατολογική ενόραση- ποτε μια καθαρή σκέψη, ποτέ μια εσωτερική υπερβατολογική εμπειρία που προηγείται κάθε οπτικής και προηγείται της αποσύνδεσης του ματιου που θεμελιώνει η οπτική.

Ο φιλόσοφος είναι ένας διπλά τυφλός: η αφελής συνείδηση είναι ανοικτή στην εμπειρία και τυφλή στην αίσθηση η φιλοσοφική συνείδηση είναι τυφλή στην εμπειρία και ανοικτή στην αίσθηση. Η φιλοσοφία είναι αυτό το σύστημα της σκέψης που προσπαθεί να συνθέσει μία ενιαία όραση ή να παρέχει στην όραση δύο τυφλώσεις.
Ο Άνθρωπος βλέπει εν τυφλώση μέσα στην ίδια την αλήθεια.
Ο Άνθρωπος είναι αυτός ο τυφλός που ενέχει ο ίδιος την αδιαίρετη απλότητα με την εξαίρεση του Όλου. Αυτός είναι αυτή η νύχτα που αντιλαμβάνεται αυτόν τον τυφλό αν αυτός κοιτάξει κάποιο άνθρωπο στα μάτια.
Ο Άνθρωπος είναι αυτό το μέσο μεταξύ της νύχτας και της ανυπαρξίας. Λιγότερο από αυτό το μέσο: ανυπαρξία που δεν είναι παρά ανυπαρξία ,νύχτα που δεν είναι παρά νύχτα. Περισσότερο από το μέσο τους: αυτή η ταυτότητα της ανυπαρξίας (), της νύχτας, η οποία δεν είναι ούτε νύχτα ούτε ανυπαρξία.

Ο φιλόσοφος: ‘’Εμείς οι βλέποντες’’. Ο Άνθρωπος: ΄΄Εμείς οι τυφλοί΄, βλέπουμε τα πάντα από τα βάθη των πραγμάτων. Εμείς βλέπουμε πριν από το μάτι.
Η νύχτα είναι ανθρώπινη κάτω στο βάθος των ματιών. Ο φιλόσοφος είναι ανθρώπινος στην επιφάνεια των ματιών.
΄΄Να κοιτάζεις στα μάτια΄΄ σημαίνει επίσης: ΄΄Το Ίδιο είναι το μάτι και το μάτι΄΄- η μήτρα της ενατένισης.

Η φιλοσοφία είναι η διαίρεση του ματιού- ο διπλασιασμός και αναδιπλασιασμός του. Είναιη διαίρεση της νύχτας που κατοικεί στο Ένα-βάθη του ματιού σε μια εσωτερική νύχτα και μια εξωτερική νύχτα μια νύχτα μέσω της απουσίας φωτός, μια νύχτα μέσω της υπερβολής του φωτός.
Οι φιλοσοφίες-θεωρησιακές διαλεκτικές ή μη- είναι ειδικές διανομές, οικονομίες ρυθμισμένες από την ανταλλαγή των βλεμμάτων ανάμεσα στους ανθρώπους και σε μια γενική λήθη της όρασης –εντός του Ενός ως την πραγματική αιτία που καθορίζει σε τελική ανάλυση την ανταλλαγή των βλεμμάτων.
Κάθε φιλοσοφική ενατένιση είναι επικοινωνία, και η επικοινωνία είναι πάντα θεωρησιακή. Τα αξιώματα τους: 1. Να βλέπω μέσα από τον εαυτό μου βλέποντας από την θέση του άλλου. 2. Οφθαλμός αντί οφθαλμού.

΄΄Οφθαλμός αντί οφθαλμού΄΄: η φόρμουλα της μεταφυσικής της εκδίκησης και της μεταφυσικής εκδίκησης, από την οποία μόνο η όραση εντός-του Ενός μπορεί να μας σώσει. Μπορεί να λάβει δύο έννοιες: σαν μάτι για τον εαυτό του ή το θεωρησιακό υποκειμενικό και σαν μάτι-για-το-Άλλο, ως όμηρος--του-Άλλου-ματιού. Και στις δύο περιπτώσεις, η εκδίκηση δεν αποκρούεται.
΄΄Οφθαλμός αντί οφθαλμού΄: ανταλλαγή και αντιστρεψιμότητα των βλεμμάτων που ταλαντεύονται μεταξύ της εκδίκησης και της επιθυμίας, εκδίκησης και επιθυμίας που ταλαντεύονται μεταξύ της αντιστρεψιμότητας και της ανταλλαγής.

Η διαίρεση του οφθαλμού αντί οφθαλμού ρυθμίζει την απάνθρωπη οικονομία της υπερβατικότητας.Να κοιτάς στα μάτια: η θεωρησιακή κοινότητα των βλεμμάτων θεμελιώνει την ανθρωπότητα στη ανυπαρξία και στην εκδίκηση-στην ενατένιση.
..άνθρωπος-αυτή η νύχτα που περιέχει τα πάντα όλα στον εαυτό της και έτσι δεν περιέχει αυτή τη νύχτα-άνθρωπος που περιέχει τα παντα στον εαυτό του και έτσι δεν περιέχει τον άνθρωπο-αυτήν η ανυπαρξία που περιέχει τα πάντα εντός της και έτσι δεν περιέχει αυτή την ανυπαρξία-άνθρωπος που περιέχει τα πάντα στον εαυτό του και έτσι δεν περιέχει τον άνθρωπο-αυτήν η απλότητα που περιέχει τα πάντα εντός της και για αυτό δεν περιέχει αυτή την απλότητα-άνθρωπος…

Για εμάς τους μη-βλέποντες μη-φιλοσόφους

..Ο άνθρωπος είναι αδιάφορος αυτό το θεωρησιακό μάτι αυτό το φαινομενολογικό μάτι η επιλυμένη αντίφασή τους για μας τους φιλόσοφους ομοίως αυτό που το θεωρησιακό μάτι βλέπει όταν κοιτάζει στο φαινομενολογικό μάτι όμοια το βλέπειν το γίγνεσθαι του βλέπειν μέσα στο βλέπειν που κάποιος βλέπει μη-θεωρησιακά με το να κοιτάζει θεωρησιακά ένα μη –βλέποντα στα μάτια αδιάφορα αυτή τη κενή νύχτα αυτή τη πλήρη νύχτα η επιλυμένη αντίφασή τους όμοια αυτό που η κενή νύχτα βλέπει όταν κοιτάζει την πλήρη νύχτα ομοίως τη νύχτα το γίγνεσθαι της νύχτας εντός της νύχτας που κάποιος βλέπει μη-θεωρησιακά κοιτάζοντας θεωρησιακά μια αντίφαση στα μάτια αδιάφορα αυτή τη λευκή ανυπαρξία αυτή τη μαύρη ανυπαρξία την λυμένη αντίθεση τους ομοίως αυτό που η λευκή ανυπαρξία βλέπει όταν κοιτάζει την μαύρη ανυπαρξία ομοίως η ανυπαρξία το γίγνεσθαι της ανυπαρξίας μέσα στην ανυπαρξία που βλέπει κάποιος μη-θεωρησιακά κοιτάζοντας θεωρησιακά το Είναι μέσα στα μάτια αδιάφορα αυτή τη σύνθετη αδιαιρεσία του αυτή την απλή αδιαιρεσία την επιλυμένη αντίφασή τους όμοια αυτό που η απλή αδιαιρεσία βλέπει όταν κοιτάζει αυτήν την σύνθετη αδιαιρεσία όμοια η αδιαιρεσία το γίγνεσθα της αδιαιρεσίας στην αδιαιρεσία που βλέπει κάποιος μη-θεωρησιακά κοιτάζοντας θεωρησιακά το Ένα στα μάτια ο άνθρωπος είναι αυτή η νύχτα που περιέχει τα πάντα με εξαίρεση την ανυπαρξία αυτή η απλότητα που περιέχει τα πάντα με εξαίρεση την απλότητα αυτό το Άπαν που περιέχει το Άπαν με εξαίρεση τα πάντα αυτός είναι η αδιαιρεσία του Παντός με εξαίρεση την κάθε εξαίρεση που βλέπει κάποιος αν εμείς οι μη-βλέποντες μη-φιλόσοφοι κοιτάξουμε ένα άνθρωπο στα μάτια…

Η νύχτα είναι ένας άνθρωπος

Η νύχτα είναι αυτή η ανθρωπότητα, η κενή ανυπαρξία είναι αυτή η υποκειμενικότητα, η αδιαίρετη απλότητα είναι αυτή η ενδοχωρικότητα, όπου όλες περιλαμβάνονται στους εαυτούς τους με εξαίρεση το Όλον. Αντιμετωπίζει αυτήν την ανθρωπότητα όπου ο άνθρωπος βλέπει τον Άλλο άνθρωπο στα μάτια της ανθρωπότητας.
Η νύχτα είναι αυτή η ενδοχωρικότητα, η κενή ανυπαρξία είναι αυτή η ανθρωπότητα, η αδιαίρετη απλότητα είναι αυτή η υποκειμενικότητα, τα οποία περιλαμβάνονται όλα στους εαυτούς τους με την εξαίρεση του Όλου. Αντιμετωπίζει αυτήν την υποκειμενικότητα που βλέπει ο άνθρωπος τον Άλλο άνθρωπο στα μάτια της υποκειμενικότητας.

Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος, αυτή η γυναίκα στα μάτια της ανυπαρξίας, αυτή η ανυπαρξία που αντιλαμβάνεται κάποιος όταν κοιτάζει μια γυναίκα στα μάτια.
Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος που περιέχει τα παντα στην αδιαίρετη απλότητά τους με την εξαίρεση του Όλου. Είναι αυτή η νύχτα που αντιλαμβάνεται κάποιος εάν κοιτάξει την αδιαίρετη νύχτα εντός της.
Η απλότητα είναι αυτός ο άνθρωπος που περιέχει τα πάντα στην αδιαίρετη ανυπαρξία του με εξαίρεση το Όλον. Είναι αυτή η απλότητα που αντιλαμβάνεται κάποιος αν κοιτάξει την αδιαίρετη ανυπαρξία στον εαυτό της.

Η γυναίκα είναι αυτός ο άνθρωπος που περιέχει τα πάντα στο αδιαίρετο βλέμμα της με την εξαίρεση του Όλου. Είναι αυτή η γυναίκα που αντιλαμβάνεται κάποιος αν κοιτάξει ένα βλέμμα κάθε εαυτόν.
Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος που βλέπει τη ανυπαρξία και το Όλον αντιμετωπίζει τα βάθη του στην περίπτωση του ματιού, το οποίο βλέπει το μάτι να αντικρίζει τα βάθη του στην περίπτωση της ανυπαρξίας και του Παντός,αυτό καθορίζει τη ανυπαρξία και το Πάν στην αδιαίρετη απλότητά τους.
Αυτή η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος που κοιτάζει τον άνθρωπο στα μάτια, η ανυπαρξία είναι αυτός ο άνθρωπος που κοιτάζει τη γυναίκα στα μάτια. Ο Άνθρωπος είναι αυτή η νύχτα χωρίς τον ορίζοντα που περιέχει μόνο την αδιαίρετη απλότητά του αυτή η ανυπαρξία χωρίς το φως που περιέχει μόνο την αδιαίρετη ενδοχωρικότητα του ,αυτό το απλό χωρίς την απλότητα που δεν περιέχει παρά μόνο την αδιαίρετη ανθρωπότητά της.
Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος που δεν ατενίζει για τον άνθρωπο. Ποιος είμαι;Ποιος είμαι; Δεν είμαι ούτε αυτός ο λόγος ούτε αυτή η καταληπτότητα ούτε αυτή η ερώτηση ούτε αυτή η ενατένιση . Είμαι αυτή η νύχτα, αυτή η υπερβατολογική γυναίκα που βλέπει στον άνδρα ποιόςείμαι, τι είμαι ,με την εξαίρεση του Παντός.
Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος χωρίς τον ορίζοντα. Ο ορίζοντας δεν ξέρει ποτέ το μάτι, είναι ένας τοίχος που ορθώνεται ενάντια στο μάτι. Το μάτι αφήνει τη νύχτα να περάσει τον ορίζοντα. Η νύχτα είναι αυτή η ανθρωπότητα που δεν είναι παρά νύχτα.

Η νύχτα που είναι μέσα στη νύχτα και η Άλλη νύχτα

Ο Άλλος άνθρωπος δεν είναι ένας άλλος άνθρωπος, η Άλλη γυναίκα δεν είναι μια άλλη γυναίκα η Άλλη νύχτα δεν είναι μια άλλη νύχτα. Είναι αυτό που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει έναν άλλος άνθρωπο μια άλλη γυναίκα, μια άλλη νύχτα-στα μάτια.
Το Μάτι—εντός του Ενός δεν είναι η σάρκα, βλέπει τον ίδιο τον Άλλο. Το μάτι είναι ο χρησμός του Άλλου.
Να κοιτάζεις ένα άνθρωπο στα μάτια είναι να τον βλέπεις δύο φορές. Μιά φορά δεδομένου ότι βλέπετε στον εαυτό του -ή εντός του-Ενός, και μιά φορά δεδομένου ότι βλέπει τον Άλλο: όμοια «εντός του -ανθρώπου» και «εντός διαφάνειας.»

Είναι ακόμα το μάτι που βλέπει κάποιος στα βάθη του Άλλου ματιού, ακόμα η νύχτα στα βάθη της Άλλης νύχτας. Αλλά η Άλλη νύχτα είναι αυτό που η νύχτα βλέπει όταν κοιτάζει τον Άλλο άνθρωπο. Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος που βλέπει την Άλλη νύχτα όταν κοιτάζει εντός της.
Η νύχτα που είναι μέσα στη νύχτα βλέπει την αδιαίρετη νύχτα που είναι μέσα στον Άλλο άνθρωπο. Η νύχτα που είναι στην κατάσταση της νύχτας βλέπει σε αυτήν τη νύχτα που είναι μέσα στην κατάσταση του Άλλου. Τα μάτια που είναι μέσα στα μάτια βλέπουν τη μοναδική ανυπαρξία που υπάρχει μέσα στον Άλλο άνθρωπο.

Ο Άλλος άνθρωπος είναι αυτή η ολόκληρη νύχτα, αυτή η ολη ανυπαρξία που περιλαμβάνεται στην αδιαίρετη απλότητά τους και αυτή η όλη Άλλη νύχτα, αυτή η Άλλη ανυπαρξία που περιλαμβάνει τον εαυτό της εντελώς με την εξαίρεση της αδιαίρετης απλότητάς τους.
Ο Άλλος άνθρωπος είναι αυτή η κενού σημείου νύχτα, αυτό το βλέμμα που δεν έχει δει οποιοδήποτε βλέμμα, αυτή η απλότητα που δεν έχει δώσει καμία διαίρεση που αντιλαμβάνεται κάποιος όταν κοιτάζει ένα άνθρωπο στα μάτια. Ο Άλλος άνθρωπος είναι αυτό που βλέπει κάποιος χωρίς να κοιτάζει μέσα στο βλέμμα του Άλλου ανθρώπου.
Ο Άλλος άνθρωπος είναι αυτή η νύχτα ταυτόσημη με την ανυπαρξία, αυτή η ανυπαρξία ταυτόσημη με αυτή την απλότητα() ,αυτή η απλότητα ταυτόσημη με την νύχτα, που ομοίως τις περιλαμβάνει με την εξαίρεση του Άλλου. Αυτό είναι αυτό που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει έναν άλλο άνθρωπο στην ταυτότητά του.

Η άλλη νύχτα είναι αυτή η ανθρώπινη νύχτα για πάντα μη-τιθέμενη μέσα στη νύχτα. Η Άλλη ανυπαρξία είναι αυτή η ανθρώπινη ανυπαρξία για πάντα μη-ανοικτή προς την ανυπαρξία. Η Άλλη απλότητα είναι αυτή η ανθρώπινη απλότητα για πάντα μη-κλειστή προς την απλότητα. Είναι αυτό που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει τον Άλλο άνθρωπο στα μάτια.
Η Άλλη γυναίκα είναι αυτή η απλή νύχτα που δεν είναι τυλιγμένη μέσα στη νύχτα, αυτή η απλή ανυπαρξία που δεν διπλασιάζεται από τη ανυπαρξία, αυτή η απλότητα που δεν είναι συνδεδεμένη με την απλότητα. Είναι αυτό που βλέπει κάποιoς αν κοιτάξει μια άλλη γυναίκα στην απλότητά της.

Η Άλλη γυναίκα είναι αυτό το υπερβατολογικό πεδίο της νύχτας, απαλλαγμένο από την αυγής και το σούρουπο ,αυτό το άνοιγμα της ανυπαρξίας, απαλλαγμένο του ορίζοντα της ύπαρξης αυτή η αδιαιρεσία του απλού, απαλλαγμένη της υποχώρησης. Είναι αυτό που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει ένα άλλο άνθρωπο στην αδιαιρεσία του κενού του.

Η Άλλη γυναίκα είναι αυτή η νύχτα που δεν πεφωτίζει τον εαυτό της , αυτή η ανυπαρξία που δεν εκμηδενίζει τον εαυτό της , αυτή η απλότητα που δεν απλοποιεί τον εαυτό της που περιέχει αυτό το Όλον που δεν ολοποιεί τον εαυτό του. Είναι αυτό που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει μια άλλη γυναίκα στα μάτια της που δεν βλέπουν τον εαυτό της.
Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος που περιέχει την Άλλη-νύχτα μέσω της αδιαίρετης απλότητάς της με την εξαίρεση του Άλλου. Είναι αυτή η Άλλη-νύχτα που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει τον Άλλο άνθρωπο στα μάτια.Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος που περιέχει το ‘Αλλο-όλων μέσω της αδιαίρετης απλότητάς του με εξαίρεση τον Άλλο. Είναι αυτό το Άλλο-όλον που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει τον Άλλο άνθρωπο στα μάτια.

Η νύχτα είναι αυτός ο άνθρωπος που περιέχει την Άλλη-ανυπαρξία μέσω της αδιαίρετης απλότητας της με την εξαίρεση του Άλλου. Είναι αυτή η Άλλη-ανυπαρξία που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει τον Άλλο άνθρωπο στα μάτια.
Ο Άνθρωπος είναι αυτή η ανθρώπινη νύχτα που περιέχει την Άλλη-νύχτα, αυτή η ανθρώπινη ανυπαρξία που περιέχει την Άλλη-ανυπαρξία, αυτή η ανθρώπινη απλότητα που περιέχει την Άλλη-απλότητα ,με την εξαίρεση τους. Είναι αυτή η Άλλη-νύχτα, αυτή η Άλλη-ανυπαρξία, αυτή η Άλλη-απλότητα που βλέπει κάποιος εάν κοιτάξει τον Άλλο άνθρωπο στα μάτια.

Η μετάφραση έγινε από την Αγγλική μετάφραση του Taylor Adkins, όπως δημοσιεύεται στον ιστότοπο fractalontology.wordpress.com
σ.κ

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010

Στη σκιά του Πλάτωνα του ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ


Ο Πλάτων είναι ο πνευματικός γίγαντας με τον οποίο δεν έπαψε ποτέ να αναμετριέται η δυτική σκέψη.


Είναι ο φιλόσοφος που έχει διαβαστεί περισσότερο από κάθε άλλον και για το έργο του οποίου έχουν διατυπωθεί τα πιο διαφορετικά σχόλια και έχουν γραφεί οι πιο αντιφατικές ερμηνείες.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Ιταλία το βιβλίο του Μάριο Βετζέτι, καθηγητή της Ιστορίας της Αρχαίας Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Πάβια, «Un paradigma in cielo» (Carocci, 2009). Πρόκειται για μιαν ιστορία των πολιτικών ερμηνειών της πλατωνικής «Πολιτείας» από τον καιρό του Αριστοτέλη μέχρι και τον εικοστό αιώνα.

Ποιος ήταν, τελικά, ο Πλάτων; Ήταν ο θεωρητικός πατέρας του ολοκληρωτισμού, όπως τον παρουσίασε ο Πόπερ, ή μήπως ήταν ο ουτοπιστής στοχαστής που ονειρεύτηκε έναν διαφορετικό κόσμο, όπως τον ερμήνευσε ο Καντ; Πιθανότατα δεν ήταν ακριβώς ούτε το ένα, ούτε το άλλο.

Η πλατωνική «Πολιτεία», λέει ο Βετζέτι, είναι ένα πολύπλοκο και πολυδιάστατο έργο, πλουσιότατο σε μεταφορές, εικόνες και παράδοξα. Τα δύο πρώτα βιβλία παρουσιάζουν μια θεωρία της καταγωγής της δικαιοσύνης και μια γενεαλογία της ηθικής που οδηγούν ευθέως στον Χομπς και στον Νίτσε. Το τέταρτο βιβλίο παρουσιάζει μια ψυχολογία του διαιρεμένου και συγκρουσιακού εγώ, που θα μπορούσε να παραλληλιστεί με εκείνη του Φρόιντ.

Στο πέμπτο βιβλίο βρίσκουμε την κομμουνιστική ουτοπία, την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και της οικογένειας. Στο έβδομο συναντάμε ένα εξαιρετικό δοκίμιο αντιεμπειρικής επιστημολογίας των μαθηματικών. Στο όγδοο μια βαρυσήμαντη παράλληλη κριτική της δημοκρατίας και της τυραννίας. Και, βέβαια, υπάρχει ο Πλάτων που μας είναι περισσότερο οικείος, εκείνος της ιδέας του Αγαθού και της αθανασίας της ψυχής.

Το πιο εντυπωσιακό, όμως, σύμφωνα με τον καθηγητή Βετζέτι, είναι η προσπάθεια να διατηρηθεί ενιαίο αυτό το σύνολο, να οδηγηθούν σε μια θεωρητική σύνθεση τα ετερόκλητα στοιχεία που το συναπαρτίζουν.

Επρόκειτο, βέβαια, για ένα υπερβολικά φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο προκάλεσε εύλογα την αντίδραση του Αριστοτέλη. Ο Αριστοτέλης είναι ο πρόδρομος όλων των ρεφορμισμών. Αυτός λέει: η κοινωνία έτσι όπως είναι σήμερα είναι κατά βάση καλή. Σίγουρα μπορεί και πρέπει να βελτιωθεί, αλλά δεν χρειάζεται να προσφύγουμε σε τόσο δραστικές λύσεις, όπως εκείνες που σκέφτηκε ο Πλάτων.

Πολύ αργότερα, στην εποχή του Διαφωτισμού, ο Καντ βρήκε στον Πλάτωνα το φιλοσοφικό όραμα της δίκαιης κοινωνίας, που στηρίζεται σε σοβαρούς ηθικούς λόγους. Το πλατωνικό πρόγραμμα έμοιαζε, άλλωστε, με το πρόγραμμα του Διαφωτισμού στο μέτρο που ήθελε τη γνώση στην εξουσία.

Ο Χέγκελ είχε αρνηθεί τον ουτοπικό χαρακτήρα της «Πολιτείας» και είχε εντοπίσει σε αυτήν το πνεύμα του καιρού της, την αντανάκλαση της ουσιαστικής ηθικότητας του ελληνικού λαού. Αυτή η ηθικότητα βασιζόταν στην οργανική ενότητα της κρατικής κοινότητας, στη μεγάλη υπεροχή της σε σχέση με το άτομο. Expositio et quaestiones in Aristotelis De anima

Οι ναζιστές στη δεκαετία του 1930 προέβαλλαν καταχρηστικά μιαν εικόνα του Πλάτωνα που υιοθετούσε στοιχεία της εγελιανής ερμηνείας.

Αυτό που για τον Χέγκελ ήταν ένα όριο του Πλάτωνα θεωρήθηκε η μεγαλύτερη αρετή του. Στη Γερμανία της μεταπολεμικής κρίσης, που ήταν εχθρική τόσο απέναντι στον φιλελεύθερο καπιταλισμό όσο και στον σοσιαλιστικό αναρχισμό, η ιδέα της οργανικής ενότητας και της απόλυτης υπεροχής του κράτους γνώριζε μεγάλη επιτυχία. Ο Πλάτων είχε ήδη γίνει μια ιδεολογική σημαία χάρη στο έργο διάσημων «ουμανιστών» φιλολόγων όπως ο Βιλαμόβιτς, ο Γέγκερ και ο Στέντσελ.

Οταν το πρόγραμμα του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος έλεγε ότι οι ναζιστές ήθελαν να κυβερνούν «ως φύλακες με την πιο υψηλή πλατωνική έννοια του όρου» ή όταν ο Χίτλερ έγραφε στο «Mein Kampf» ότι «ελληνικότητα και γερμανικότητα» είναι σύμμαχοι στην πάλη για την υπεράσπιση του «πολιτισμού», δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να αναφέρουν φράσεις που είχαν ήδη γραφεί από τους βερολινέζους καθηγητές της κλασικής φιλολογίας. Την ιδέα ότι έπρεπε να διαπλαστεί ένας νέος και ανώτερος τύπος ανθρώπου, μια «φυλή αρχόντων», οι ναζιστές τη βρήκαν, τουλάχιστον εν μέρει, στη νιτσεϊκή ερμηνεία του Πλάτωνα.

Ο πρώτος τόμος του έργου του Καρλ Πόπερ «Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της» είναι μια βίαιη επίθεση στον φιλοσοφικό και πολιτικό πλατωνισμό, ο οποίος θεωρείται πνευματικός πρόδρομος των ολοκληρωτισμών του εικοστού αιώνα.

Η επίθεση του Πόπερ προκάλεσε πολλές αντιδράσεις από εκείνους που θεωρούσαν τον Πλάτωνα, όπως λέει ο Γκάνταμερ, «έναν από τους θεμελιωτές πατέρες της χριστιανικής και φιλελεύθερης παράδοσής μας». Πώς είναι δυνατόν να έχουμε στους κόλπους μας τον πνευματικό πατέρα του ολοκληρωτισμού και όχι μόνον να μην το έχουμε αντιληφθεί, αλλά να τον μελετάμε και να τον τιμάμε;

Επρόκειτο για μιαν επίθεση στις ίδιες τις ρίζες της δυτικής κουλτούρας, μιαν επίθεση πολύ σκληρή που δύσκολα μπορούσε να γίνει αποδεκτή. Έτσι, στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, εκδηλώθηκε μια ατέλειωτη σειρά προσπαθειών υπεράσπιστης του Πλάτωνα από τις κατηγορίες του Πόπερ.

Ο Λίο Στράους έθεσε στο επίκεντρο της ερμηνείας του Πλάτωνα την περίπλοκη σχέση διανοούμενων και εξουσίας. Ο Στράους θεωρούσε ότι η φιλοσοφία είναι ανώτερη από την πολιτική, επειδή το περιεχόμενό της δεν είναι ιστορικά καθορισμένο, αλλά είναι αιώνιο και υπερβατικό και ότι επομένως ο διανοούμενος δεν πρέπει να εμπλέκεται στο πολιτικό παιχνίδι.

Αντίθετα, ο φίλος και θεωρητικός αντίπαλός του Αλεξάντρ Κοζέβ θεωρούσε ότι ο φιλόσοφος δεν μπορεί να παραμένει ξένος προς την ιστορία και προς τον μεγάλο στοχασμό για την αλήθεια, που αποκαλύπτεται μόνο μέσα στην ιστορική κίνηση.

ΠΗΓΗ:εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 19-7-2009

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010

ΘΕΑΤΡΟ Κ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: O AΓΓΕΛΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΑΝΤΟΣ



1. Το Θέατρο δεν είναι ο τόπος όπου επέρχεται η παρουσία, δεν είναι η σκηνή που ποζάρει πάνω της ο Λόγος και η φιλοσοφία. Το Θέατρο δεν είναι ένα όργανο της αναπαράστασης. Το Θέατρο οφείλουμε να το κατανοήσουμε ως τον Άγγελο του Συμβάντος, ως την πράξη που συνιστά συμβάν ώστε να μπορέσει να προαναγγείλει το μη -ακόμα εμφανιζόμενο Συμβάν. Η σκηνή, ο λόγος, η γραφή, η σιωπή, η κίνηση και η εικόνα είναι πτυχώσεις της Θεατρικής ύπαρξης, όλα μαζί συγκροτούν τον κόσμο-Θέατρο, την προυπόθεση δηλαδή της συμβαντικής εμφάνισης. Το συμβάν-θέατρο δεν είναι όμως το άθροισμα αυτών. Είναι η αναγγελία του συμβάντος που καθορίζει το θεατρικό έργο, που αποτελεί την ιδέα της πράξης αλλά και την ιδέα της απουσίας της πράξης. Θα λέγαμε πως το Θέατρο είναι η εμφάνιση της εξαφάνισης, και μόνο τότε αποτελεί συμβάν και όχι αναπαράσταση, αποτελεί πράξη και όχι μεταφορά Λόγου, αποτελεί δραμα του Πραγματικού και όχι τόπο του Συμβολικού.

2. Η Φιλοσοφία είναι η σκηνή του κόσμου, είναι το θέατρο του κόσμου, και για αυτό είναι μια πράξη που αναπαράγει το Ίδιο, που συγκροτεί τον κόσμο ως αντανάκλαση της. Η Φιλοσοφία είναι μια Φαινομενολογία, το φανέρωμα και η υπόσταση του κόσμου είναι μία μίξη για αυτήν, μια σύνθεση που βασίζεται στην αναπαράσταση των αντικειμένων στη σκέψη κλωνοποιώντας τα σε έννοιες. Η φιλοσοφία είναι το θέατρο που δεν αναγγέλει τίποτα, δεν περιμένει κανένα Γκοντό, δεν μπορεί συνεπώς να οριστεί ως πράξη και δράμα. Η επιδίωξη της να υποβιβάσει το θέατρο σε μηχανή αναπαραγωγής και απεικόνισης του Λόγου της είναι η ιστορία του ιδεαλιστικού θεάτρου, του θεατρικού κλασσικισμού που ακόμα και μέσα στις πιο μεταμοντέρνες θεατρικές γραφές κυριαρχεί και φυλακίζει την εξεγερτική δυνατότητα που υπάρχει στην ίδια την θεατρική πράξη. Το Θέατρο και η Φιλοσοφία δεν είναι μια ισότιμη σχέση, μια σχέση Τέχνης και Γνώσης, όπως πολλοί διανοούμενοι προσπαθούν αιώνες τώρα να μας παρουσιάσουν. Η συνάντηση τους είναι συγκρουσιακή και ορίζει ένα πεδίο αγώνα ανάμεσα στην θεωρία και την πράξη, τον υλισμό και τον ιδεαλισμό.

3. Το κέντρο βάρους της Θεατρικής πράξης δεν είναι, λοιπόν, το δείχνειν προς το κοινό, ούτε το βλέπειν απο το κοινό, αλλά το πράττειν μίας Ιδέας, η ενσάρκωση ενός Πραγματικού που δεν είναι πράγμα, η εμφάνιση του σκοτεινού σημείου χωρίς να στερείται η σκοτεινότητα του, η αναγγελία ενός συμβάντος.

4. Ο χρόνος μέσα στο Θέατρο είναι εξαφανισμένος, υπάρχουν μόνο οι πράξεις, οι σκηνές, οι δράσεις, τα πρόσωπα.Ο χρόνος μαζί με την γραφή σβήνεται όχι μέσω του λόγου αλλά μέσω της λογικής του συμβάντος. Το Θέατρο είναι κατεξοχήν αντι-φιλοσοφικό γιατί δεν αναπαράγει την σκέψη μέσα στο χωρο-χρόνο αλλά μέσα στο συμβαντοχώρο.Η μη-φιλοσοφική ερμηνεία και αποδόμηση της φιλοσοφίας έχει να μάθει πολλά απο την Πλατωνική καθαρότητα, απο την μαθηματική αφαίρεση που διαπερνά τη Θεατρική δράση.

5.Η συνωμοσία ενάντια στη φιλοσοφία, υπάρχει μέσα στο έργο του Μάρλοου, του Σαίξπηρ, στους Αρχαίους Τραγικούς, στο Μπρέχτ και στον Μέγιερχολντ, στον Μπέκετ. Υπάρχει δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει φιλοσοφία μέσα στο Θέατρο τους αλλά σημαίνει ότι η φιλοσοφία είναι υποταγμένη και απειλείται κάθε στιγμή με εξαφάνιση μέσα στο έργο τους. Επείγει να συγκροτηθεί το Θέατρο ως βασικό πεδίο ανάπτυξης μιας θεωρίας και πράξης του Πραγματικού, του Συμβάντος, του Ενός, της Ιδέας του Αγγέλου, δηλαδή της αλήθειας.

σ.

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Σλαβόι Ζίζεκ, « Σπάζοντας το πρόσωπο του γείτονα» για τον Ιουδαισμό του Εμμανουήλ Λεβινάς.


Απόσπασμα από άρθρο του Σλαβόι Ζίζεκ, « Σπάζοντας το πρόσωπο του γείτονα- για τον Ιουδαισμό του Εμμανουήλ Λεβινάς». Δημοσίευση στον ιστότοπο του περιοδικού ψυχανάλυσης κ φιλοσοφίας THE SYMPTOM.

«Αναζητώντας την αλήθεια, έχω ήδη εγκαθιδρύσει μια σχέση με ένα πρόσωπο που μπορεί να εγγυηθεί τον εαυτό του, η επιφάνεια του οποίου είναι κατά κάποιο τρόπο ένας λόγος τιμής.Κάθε γλώσσα ως μια ανταλλαγή λεκτικών σημείων αναφέρεται ήδη σε αυτόν τον αρχέγονο λόγο της τιμής./../η εξαπάτηση και η ακρίβεια προυποθέτουν ήδη την απόλυτη αυθεντικότητα του προσώπου».1

Το ερώτημα κλειδί που θέτει ευθέως αυτή η Λεβινασιανή ιδέα του προσώπου του άλλου ως επιφάνεια, ως γεγονός που προηγείται της ίδιας της Αλήθειας, είναι: πως, τότε, εισάγονται ο νόμος, τα δικαστήρια, οι κρίσεις, οι θεσμοί, κ.λπ.; η απάντηση του Λεβινάς είναι: μέσω της παρουσίας του ΤΡΙΤΟΥ. Όταν είμαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον άλλο, είμαι απείρως υπεύθυνος σε αυτον, αυτή είναι η πρωταρχικός ηθική ομαδοποίηση, εντούτοις, υπάρχει πάντα ένας τρίτος, και από εκείνη την στιγμή, νέες ερωτήσεις προκύπτουν: πώς ο γείτονάς μου που αντιμετωπίζω συσχετίζεται με αυτόν τον τρίτο; Είναι αυτός ο τρίτος φίλος ή ο εχθρός του ή ακόμα και το θύμα του; Ποιος εκ των δύο είναι κατά πρώτο λόγο ο αληθινός γείτονας μου; Όλο αυτό με αναγκάζει να συγκρίνω τα άπειρα που δεν μπορούν να συγκριθούν, να περιορίσω την απόλυτη προτεραιότητα του άλλου, να αρχίσω να υπολογίζω το ανυπολόγιστο. Εντούτοις, αυτό που είναι σημαντικό για τον Λεβινάς είναι πως αυτό το είδος της νομικής σχέσης, απαραίτητο όπως είναι, παραμένει θεμελιωμένο στην αρχέγονη ηθική σχέση με τον άλλο. Η ευθύνη για τον άλλο - το υποκείμενο ως απάντηση στο άπειρο κάλεσμα που ενσωματώνεται στο πρόσωπο του άλλου που είναι ταυτόχρονα ανίσχυρο, τρωτό, και που εκδίδει μια απεριόριστη εντολή - είναι για τον Λεβινάς ασυμμετρικκό και μη-αμοιβαίο: Είμαι υπεύθυνος για τον άλλο χωρίς να έχω οποιοδήποτε δικαιώμα να υποστηρίξω ότι ο άλλος πρέπει να επιδείξει την ίδια ευθύνη για μένα. Ο Λεβινάς, εδώ, αρέσκεται να παραθέτει τον Ντοστογιέφσκι:

«Είμαστε όλοι υπέυθυνοι για όλα και ένοχοι μπροστά στον καθέναν, αλλά εγώ είμαι περισσότερο από όσο όλοι οι άλλοι.» Η ηθική ασυμμετρία ανάμεσα σε μένα και τον άλλο που μου απευθύνει το άπειρο κάλεσμα είναι το αρχέγονο γεγονός, και «Εγώ» δεν πρέπει ποτέ να σταματήσω να βασίζομαι σε αυτήν την μη-αναγώγιμη σε πρώτο-πρόσωπο σχέση με τον άλλο που πρέπει να φτάσει στο άκρο, εάν είναι απαραίτητο - πρέπει να είμαι έτοιμος να αναλάβω την ευθύνη για τον άλλο να πάρω τη θέση του, έως να γίνω ένας όμηρος για αυτον: Η υποκειμενικότητα ως τέτοια είναι πρωτογενώς ένας όμηρος, υπεύθυνη μέχρι το σημείο που γίνεται η θυσία για άλλους.» Έτσι ο Λεβινάς καθορίζει τη «συμφιλιωτική θυσία»: μια χειρονομία μέσω της οποίας το Ίδιο ως ο όμηρος παίρνει τη θέση (αντικαθιστά) τον Άλλο… Δεν είναι, εντούτοις, αυτή η χειρονομία τη ς«συμφιλιωτικής θυσίας» η κατ' εξοχήν χειρονομία του Χριστού; Δεν ήταν αυτός ο όμηρος που πήρε τη θέση όλων μας και ως τόσο παραδειγματικά ανθρώπινος (» Ίδε ο άνθρωπος»);

Μακριά από το να κηρύττει μια εύκολη θεμελίωση της πολιτικής στην ηθική του σεβασμού και της ευθύνης για τον Άλλο , ο Λεβινάς επιμένει μάλλον στην απόλυτη ασυμβατότητα τους, στο χάσμα που χωρίζει τις δύο διαστάσεις: η ηθική περιλαμβάνει μια ασυμμετρική σχέση στην οποία είμαι πάντα-ήδη υπεύθυνος για τον άλλο , ενώ η πολιτική είναι η περιοχή της συμμετρικής ισότητας και της διανεμητικής δικαιοσύνης… παρόλα αυτά, δεν είναι αυτή η λύση πάρα πολύ τακτοποιημένη; Δηλαδή, δεν είναι μια τέτοια έννοια της πολιτικής ήδη «μετα-πολιτική» αποκλείοντας την κατεξοχήν πολιτική διάσταση (εξ αιτίας της οποίας, για τη Hannah Arendt, η τυραννία είναι η πολιτική στην καθαρότητα της), εν ολίγοις, που αποκλείει ακριβώς τη διάσταση αυτού που ο Carl Schmitt αποκάλεσε πολιτική θεολογία; Κάποιος μπαίνει στον πειρασμό για να πει ότι, μακριά από το να ανάγεται στη συμμετρική περιοχή της ισότητας και της διανεμητικής δικαιοσύνης,η πολιτική είναι η πολύ «αδύνατη» σύνδεση μεταξύ αυτής της περιοχής και αυτής της (θεολογικής) ηθικής, ο τρόπος που η ηθική κόβει ευθέως τη συμμετρία των ίσων σχέσεων, διαστρεβλώνοντας/μετατοπίζοντας ταις. Στο έργο του Ηθική και Άπειρό , ο Λεβινάς υπογραμμίζει πώς αυτό που εμφανίζεται ως φυσικότερο πρέπει να είναι το πιό αμφισβητήσιμο - όπως η ιδέα του Spinoza ότι κάθε οντότητα παλεύει φυσικά για την αυτό-διατήρηση της, για την πλήρη επιβεβαίωση της ύπαρξής της και των ενδότερων δυνάμεών της: έχω το δικαίωμα να είμαι; Δεν είναι με την επιμονή στην ύπαρξη, ότι αποστερώ άλλους από τη θέση τους, ότι τους σκοτώνω τελικά;/../2.

Σημειώσεις
1Levinas, Emmanuel, Totality and Infinity, The Hague: Martinus Nijhoff, 1979.
2Levinas, E., Ethics and Infinity: Conversations with Phillip Nemo, Pittsburgh: Duquesne University, 1985.

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2009

ΛΕΒΙΝΑΣ ΚΑΙ ΜΠΛΑΝΣΟ.5 ΑΞΙΩΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟ

φωτο Μπλανσό κ Λεβινάς την δεκαετία του '20


1. O Λεβινας προχωράει προς την έξοδο της φιλοσοφίας και υποδεικνύει τον Άλλο ως την ριζική εξωτερικότητα απο την Μεταφυσική. Ο Άλλος δεν υπάρχει κάπου,είναι ο ανα πάσα στιγμή εκτός-της-φιλοσοφίας τόπος.Το άπειρο είναιτο Ανυπολόγιστο που γίνεται παρουσία εκτός της φαινομενικότητας που είναι εγκλωβισμένος ο θεωρητικός λόγος, για αυτό η λέξη Άλλος μπορεί και φέρει όλο το φορτίο μιας απειλητικής και ριζικής διαφοράς. Για αυτό ο μεσσιανισμός είναι ταυτισμένος με τον Άλλο.

2. Ο Λεβινάς όμως θέτει τελικά τον ριζοσπαστισμό του πρώιμου έργου του στην υπηρεσία ενός ανθρωπισμού μέσα απο την διυποκειμενική σχέση των προσώπων.Τελικά παραμένει και αυτός δέσμιος της Μεταφυσικής της δυτικής φιλοσοφίας, αφού αποδίδει μια υπερβατικότητα στο ανθρώπινο Άλλο,και εγκαταλείπει την 'εννοια του Άλλου ως συμβάντος που διακόπτει την ροή του χρόνου και συγκροτεί ένα υπάρχον μοναδικό. Ο Άλλος ως Ξένος για την φιλοσοφία και για το Είναι, επανακαθίσταται ως οικείος Άλλος.

3. Ο Λεβινάς καταλήγει στην υπεράσπιση μιας κοινότητας που είναι ήδη-εδώ ακριβώς γιατί είναι στο πρόσωπο του κάθε Άλλου και έτσι παραιτήται απο το αίτημα μιας κοινότητας του Πραγματικού, του συμβάντος-κόσμου και όχι του 'ηδη-κόσμου των δεδομένων προσώπων. Από αυτή την άποψη κατέδειξε μια σκέψη ακραία Πλατωνική(επέκεινα του Είναι και της Ύπαρξης)χωρίς να την οδηγήσει στις τελικές της συνέπειες. Για αυτό κατέληξε ένας θεολόγος της επικοινωνίας.

4. Ο Μπλανσό ακολουθεί τον δρόμο του Λεβινάς για να αποδείξει την ανυπαρξία αυτής της κοινότητας των δεδομένων ανθρώπινων προσώπων. Η γραφή του είναι η σιωπή που κυριαρχεί ανάμεσα στα πρόσωπα που ταλαντεύονται ανάμεσα στην Ύπαρξη και το Υπάρχον. Ο Μπλανσό παρουσιάζει την απουσία του συμβάντος, την απελπισία μέσα στην κοινότητα που ο Άλλος ήδη έχει πεθάνει ακριβώς γιατί έχει ταυτιστεί με το κάθε πρόσωπο αυτού του κόσμου. Εδώ η γραφή σπέρνει τον αφανισμό για να ανοίξει ο δρόμος της εξόδου, πέρα απο το πρόσωπο της Μεταφυσικής και την Μεταφυσική του προσώπου.

5. Η νύχτα όχι σαν χρονικότητα ούτε ως συμβολισμός αλλά ως διαδικασία συσκότισης της αντανάκλασης των πραγμάτων στην νόηση,γίνεται απο τον Μπλανσό μια έννοια σκέψης για μια αντι-φαινομενολογία, για μια πρόσκληση να σκεφτούμε αυτό που η απόλυτοτητα του διαφευγει της σκέψης και για αυτό να το πλησιάσουμε μέσα απο την πράξη,μεσα απο την ριζική εξάλειψη της Χώρας(δηλ. της κοινότητας των προσώπων)του οικείου Άλλου και την ίδρυση της Χώρας, της Πολιτείας του Άλλου-Ξένου, του συμβάντος-κόσμου.Ο Μπλανσό οδηγεί την πρώιμη σκέψη του Λεβινάς στην πόρτα της εξόδου απο την Μεταφυσική και δεν μας οδηγεί στο Μηδέν αλλά πέρα από αυτό.

σ.

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

« Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ» , Francois Laruelle


Laruelle Francois. “Mon Parmenide.” La Decision philosophique 7 (1989): 105-114.

« Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ» , Francois Laruelle

Σχετικά με το επιχείρημα: To Ένα είναι Ένα επειδή αυτό είναι Ένα παρά γιατί αυτό είναι ή είναι Άλλο.

Μη-Παρμενίδεια Αξιώματα

1. Εάν το Ένα(κτλ-κτλ), το Ένα είναι η πραγματική ταυτότητα που βρίσκει περισσότερο μια υπερβατική παρά μια λογική αξιωματική.
2. Εάν το Ένα …, και εάν ο Παρμενίδης λέγει το Ένα που Είναι , η υπερβατική αξιωματική είναι μη-Παρμενίδεια.
3. Εάν το Ένα…, και εάν ο άθρωπος είναι το ίδιο το Ένα, η Ψυχή είναι η μόνη μη-Παρμενίδεια ταυτότητα.
4. Εάν το Ένα…, τα αξιώματα είναι ειδικές ενέργειες που διαμορφώνουν το περιεχόμενο της Ψυχής.
5. Εάν το Ένα…, η Ψυχή αγαπά τα αξιώματα.
6. Εάν το Ένα.., τα αξιώματα είναι φτιαγμένα για τον άνθρωπο, όχι ο άνθρωπος για τα αξιώματα.
7. Εάν το Ένα…, το Είναι, το Υπάρχων, το Άλλο, η Ενότητα και όλες οι λέξεις της γλώσσας σχηματίζουν το αλφάβητο της υπερβατολογικής αξιωματικής.
8. Εάν το Ένα…, και εάν ο άνθρωπος είναι η μόνη μη-Παρμενίδεια ταυτότητα, τα συστήματα που αξιωματοποιούν το Υπάρχων, το Είναι, το Άλλο, την Ενότητα, και όλες τις λέξεις της γλώσσας είναι το περιεχόμενο της Ψυχής.
9. Εάν το Ένα…, οι εναντιώσεις μπορούν να ανταποδοθούν απαράλλακτα στην ύστατη στιγμή του Ενός ή είναι αμετάβλητες.
10. Εάν το Ένα…, τα αξιώματα είναι συνεπή ως επιπτώσεις εντός του Ενός.
11. Εάν το Ένα…, η υπερβατολογική συνέπεια των αξιωμάτων δεν είναι ούτε η λογική συνέπεια τους ούτε η φιλοσοφική συνέπεια τους των αντιθέτων κάτω από την εξουσία της ταυτότητας τους.
12. Εάν το Ένα…, τότε οι προτάσεις το ΄΄Ένα είναι/ και Είναι΄΄, ΄΄το Ένα είναι / και Υπάρχων΄΄, ΄΄ το Ένα είναι/ και Ενότητα’’, είναι φιλοσοφικά αξιώματα: υπερβατικά, μη-συνεπή και απατηλά.
13. Εάν το Ένα…, τότε οι προτάσεις το ΄΄Ένα είναι ΄΄ και το ΄΄Ένα δεν είναι΄΄ είναι φιλοσοφικά αξιώματα: υπερβατικά, μη-συνεπή και απατηλά.
14. Εάν το Ένα…, τότε η πρόταση ΄΄ο άνθρωπος είναι ένα αξίωμα για τον άνθρωπο΄΄ είναι μια φιλοσοφική πρόταση: υπερβατική, μη-συνεπής, απατηλή.
15. Εάν το Ένα…, ο μη-Παρμενιδισμός είναι ομοίως και μη-Ηρακλειτισμός, με την στενή διαφορά που είναι ενδεχόμενη σε Παρμενίδη και Ηράκλειτο.
16. Εάν το Ένα…, η συνέπεια των αξιωμάτων είναι ομοίως και η μοναξιά τους.
17. Εάν το Ένα…, και εάν η πραγματική αξιωματική βασίζεται πάνω σε κάθε γλώσσα, το αξίωμα είναι χρησμός.

Α. Εάν το Ένα που είναι Ένα επειδή είναι Ένα παρά γιατί είναι ή είναι Άλλο είναι παρόλα αυτά αντιληπτό ως Ένα που Είναι ή καθορίζεται από το είναι ή ακόμα από το Άλλο, τι είναι πιο λογικό το Ένα που είναι Ένα επειδή είναι Ένα ή επειδή αυτό είναι Είναι ή Άλλο;
Συντμήσεις της γραφής, θα γράφουμε ΄΄ εάν το Ένα είναι Είναι, τότε τι είναι το Ένα που είναι Ένα΄΄; Πιο απλά: Εάν το Είναι( νόημα: εάν το Ένα γίνεται κατανοητό ως Είναι)είναι Χ,Ψ,Ζ κτλ, τότε τι είναι το Ένα( νόημα: τι είναι το τίποτα εκτός από το Ένa);

Εάν το Είναι είναι……, το Ένα είναι το μάτι της θύελλας.
Εάν το Είναι είναι το ποίημα που λέγεται από τον άνθρωπο, το Ένα είναι ο άνθρωπος καθαγιασμένος για το ποίημα.
Εάν το Είναι είναι η σπείρωση που επιμηκύνει τον χρόνο, το Ένα είναι η αποσυσπείρωση όπου ο χρόνος αλλάζει για πάντα.
Εάν το Είναι είναι ο λόγος του ισχυρότερου, το Ένα είναι τόσο περισσότερο λόγος.
Εάν το Είναι είναι η αναδίπλωση της σάρκας, το Ένα είναι η απλότητα φτιαγμένη από σάρκα.
Εάν το Είναι είναι μια βροχόπτωση, το Ένα είναι η σιωπή μετά τη βροχή.
Εάν το Είναι είναι η κυριαρχία πάνω στο υπάρχον, το Ένα είναι το κυριαρχούμενο απελευθερωμένο από κάθε υπάρχον.
Εάν το Είναι είναι η παρέλευση των πραγμάτων, το Ένα είναι το παρελαύνων σε αυτή την πλευρά των πραγμάτων.
Εάν το Είναι επηρεάζεται όσο επηρεάζει τον εαυτό του, το Ένα είναι το επηρεασμένο το οποίο δεν αγγίχτηκε ποτέ από τον εαυτό του ή από άλλο πράγμα.
Εάν το Είναι είναι αυτό το οποίο αγγίζουμε, το Ένα είναι το ανέγγιχτο Αγγιγμένο από εμάς.
Εάν το Είναι είναι γνώρισμα για ένα υποκείμενο, το Ένα είναι το ίδιο το Γνώρισμα σαν υποκείμενο.
Εάν το Είναι είναι η κοπή της εικόνας, το Ένα είναι το Κόψιμο που δεν υπήρξε ποτέ εικόνα.
Εάν το Είναι είναι η καταστολή του Ενός, το Ένα είναι το Κατασταλμένο που προηγείται της καταστολής.
Εάν το Είναι είναι η επιρροή του θανάτου, το Ένα είναι η συγκίνηση που μας κάνει αθάνατους.
Εάν το Είναι είναι το Πράγμα, το Ένα είναι η Ψυχή που προηγείται του Πράγματος.
Εάν το Είναι είναι η διαφορά ανάμεσα στο Είναι και τα πράγματα, το Ένα είναι η αδιαφορία του Ενός στο Είναι.
Εάν το Είναι είναι το μάτι που είναι και δεν είναι η σάρκα, το Ένα είναι το όραμα που προηγείται του ματιού.
Εάν το Είναι βλέπει όλα τα πράγματα όπως μέσα από ένα καθρέφτη, το Ένα βλέπει το Ένα και το Είναι χωρίς καθρέφτες.
Εάν το Είναι είναι μετατρέψιμο στο Ένα, το Ένα είναι μόνο η ίδια η μη-μετατρεψιμότητα.
Εάν το Είναι είναι υπεράνθρωπο, το Ένα είναι ο άνθρωπος καταδικασμένος στο ανθρώπινο.
Εάν το Είναι είναι σινεμά, το Ένα είναι ένα στιγμιότυπο.
Εάν το Είναι είναι λόγος, το Ένα είναι λόγος –σε στάση.
Εάν το Είναι είναι γειτνίαση, το Ένα είναι η μοναξιά πριν τη γειτνίαση.

Β-Ι
Εάν το Ένα που είναι Ένα επειδή είναι Ένα παρά γιατί αυτό είναι ή είναι Άλλο καθορίζει το υπάρχον σε τελευταία ανάλυση, τι συμβαίνει στο υπάρχον;


Θα συνοψίσουμε: Eάν το Ένα…
Εάν το Ένα(….) , το υπάρχον είναι ταυτόσημο με το υπάρχον εντός της ταυτότητας της τελευταίας ανάλυσης του Ενός.
Εάν το Ένα(…), το υπάρχον λέγει μόνο του το υπάρχον,το Είναι, ή το Άλλο, όχι το Ένα.
Εάν το Ένα(…), το υπάρχον, και όχι ο απλός άνθρωπος, είναι οντολογικό ή λέγει το Είναι εντός της μη-οντολογίας της τελευταίας ανάλυσης του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το υπάρχον είναι το υπάρχον χωρίς να είναι το υπάρχον του Είναι.
Εάν το Ένα(…) , το υπάρχον είναι αδιάφορο Είναι στην αδιαφορία του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι είναι δοσμένος ως ένα υπάρχον και το υπάρχον δίνεται ως Είναι.
Εάν το Ένα(…) , η ύλη είναι ιδανική στην μη-ειδιτική διαφάνεια του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το υπάρχον είναι φαινομενικό στο φαινόμενο του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , η παρεκτροπή γίνεται μέσα κ όλο πιο μέσα από την ενότητα με την μη-ενότητα του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το ενικό είναι ομοίως η καθολική ενικότητα στην ατομικό-τητα του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το αντικείμενο είναι η επιρροή της υπερβατικότητας στην επιρροή του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , η γη είναι επίπεδη όπως ένα εποικοδόμημα στην απλότητα του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το άστρο είναι το θεώρημα της νύχτας στην νύχτα του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το λογικό είναι καταληπτό στην μη-καταληπτή εμμένεια του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , ο άνθρωπος είναι η ανθρωπινότητα στην ανθρώπινη μη-ανθρωπινότητα του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το δοσμένο είναι η δοτικότητα ή το δοσμένο του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το πραγματικό είναι η πραγματικότητα στο πραγματικό του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το τοπικό είναι ταυτόσημα καθολικό με τον μη-τόπο του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , η υποχώρηση προσφέρεται απέναντι στην μη-διάθεση του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , η επιφύλαξη δίνεται απέναντι στην εκδήλωση του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το επίγειο είναι ουράνιο στην μη-ορθολογικότητα του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το ίχνος είναι σχήμα στην μη-σχηματικότητα του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , η διαίσθηση είναι διανοητική στην μη-διαισθητικότητα του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , η μεταφυσική είναι μια θάλασσα δίχως ακτές και η δίχως ακτές θάλασσα μια μεταφυσική στον μη-προσανατολισμό του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το χάος είναι η άμεση σημασία στην μη-σημασία του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το λαμβανόμενο είναι δοχείο στην μη-δεκτική παθητικότητα του Ενός.



ΙΙ-Εάν το Ένα που είναι Ένα επειδή αυτό είναι Ένα παρά επειδή αυτό είναι ή είναι Άλλο καθορίζει το Είναι σε τελευταία ανάλυση, τι συμβαίνει στο Είναι;

Εάν το Ένα(…) , είναι ‘Ένα παρά Ένα –Δύο, το Είναι είναι Δύο παρά Δύο-Ένα.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι είναι το Είναι του υπάρχοντος ή διάλυση της οντολογικής διαφοράς.
Εάν το Ένα(…) , είναι το πολλαπλό, το Είναι είναι η πολλαπλότητα όμοια με το πολλαπλό.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι λέγει τον εαυτό του μετά το Ένα.
Εάν το Ένα(…) , δεν είναι τίποτα άλλο παρά Ένα, το Δύο δεν είναι τίποτα άλλο παρά Δύο.
Εάν το Ένα(…) , είναι μη-Παρμενίδειο, το Είναι είναι επίσης μη-Παρμενίδειο.
Εάν το Ένα(…) , ο Παρμενίδης δεν είναι τίποτα άλλο παρά Παρμενίδης ή είναι μη-Παρμενίδειος.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι είναι αναπαράσταση ως παρουσίαση.
Εάν το Ένα(…) , είναι το Ένα χωρίς να είναι το Ένα του Είναι, το Είναι δεν είναι παρά Είναι χωρίς να είναι το Είναι του υπάρχοντος ή το Είναι του Είναι.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι είναι η μη-αντανακλάσιμη αντανάκλαση του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι είναι ταυτόσημο με τον εαυτό του ή μη-θεσιακό με τον εαυτό του, το Δύο είναι μη-αποφατικό για τον ευατό του.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι λέγεται με ένα μη-θετικό τρόπο του Είναι, όχι εκ του Ενός ή το ‘Ένα.
Εάν το Ένα(…) , είναι η θέαση διά του Ενός, το Είναι θεάται διά του Ενός παρά μέσα σε αυτό.
Εάν το Ένα(…) , είναι φαινόμενο, το Είναι είναι η φαινομενικότητα ταυτόσημη με το φαινόμενο.
Εάν το Ένα(…) , είναι συνηθισμένο, το Είναι είναι η κατάσταση πραγμάτων.
Εάν το Ένα(…) , είναι η βάση, το Είναι είναι το εποικοδόμημα.
Εάν το Ένα(…) , είναι ο σταματημός κάθε περιορισμού, το Είναι είναι ο περιορισμός του σταματημού και του διασκορπισμένου.
Εάν το Ένα(…) , είναι αόρατο στη σάρκα, το Είναι είναι το ορατό που είναι αόρατο άμεσα και έμεσα.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι είναι ταυτόσημα η τελευταία ανάλυση του Ενός σε αυτό.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι είναι ομοίως το Άλλο χωρίς να είναι το Είναι του Άλλου.
Εάν το Ένα(…) , το Είναι και το Άλλο λέγει το ένα στο άλλο δίχως αντίθεση.
Εάν το Ένα(…) , δεν αντιστοιχεί αναγκαστικά σε οποιοδήποτε Είναι ή αντιστοιχεί σε ένα άπειρο των Είναι με ένα ενδεχόμενο τρόπο.
Εάν το Ένα(…) , είναι το Επηρεασμένο, το Είναι είναι η επιρροή ταυτισμένη με το επηρεασμένο.
Εάν το Ένα(…) , δεν προσδοκεί το Είναι, το Είναι δεν ξανακοιτάζει πάνω στο Ένα.
Εάν το Ένα(…) , προηγείται του Είναι χωρίς να το προγιγνώσκει, το Είναι ακολουθεί το Ένα χωρίς να ακολουθήται από αυτό.
Εάν το Ένα(…) , είναι ο Λόγος, το Είναι είναι το λεχθέν που έχει πάψει να επανα-λέγει το Ένα και είναι ταυτόσημο με το Λόγο.
Εάν το Ένα(…) , περιέχεται μέσα στον εαυτό του, εκθέτει την υπερβατικότητα στο σύμπαν ή έξω από τον εαυτό του.
Εάν το Ένα(…) , είναι η καθαρή αναστολή οποιασδήποτε αγωνίας, το Είναι είναι η ανασταλμένη αγωνία.



ΙΙΙ-Εάν το Ένα που είναι Ένα επειδή αυτό είναι Ένα παρά επειδή αυτό είναι ή είναι Άλλο καθορίζει το Άλλο σε τελαυταία ανάλυση, τι συμβαίνει στο Άλλο;

Εάν το Ένα(…) , το ‘Άλλο λέγει τον εαυτό του μετά το Ένα.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο λέγει το Άλλο ή το Είναι και όχι το Ένα.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι ο Άλλος άνθρωπος, σάρκα και αίμα του Ξένου.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο λέγει το Άλλο δίχως να είναι το Άλλο-του-Άλλου, ο Ξένος λέγει τον Ξένο δίχως να είναι ο Ξένος-του-Ξένου.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι ταυτόσημο με το υπάρχον και το Είναι που ακολουθεί το Ένα.
Εάν το Ένα(…) , δεν είναι τίποτα άλλο παρά το Ένα, το Άλλο δεν είναι τίποτα άλλο παρά το Άλλο.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι μη-Ιουδαικό ή περισσότερο καθολικό από το Ιουδαικό Άλλο.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι Θεός χωρίς να είναι θεότητα ή το ύψος του Θεού.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι ο Άλλος άνθρωπος ή ο Ξένος χωρίς να είναι λιγότερο άνθρωπος ή υπεράνθρωπος.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι το υποσυνείδητο που δεν είναι πια μια πτυχή της συνείδησης.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι υπερβατικό-δίχως υπερβατικότητα ή υπερβατικότητα δίχως υπέρβαση.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι η μη-αποφατική απόφαση του εαυτού του.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι το πρόσωπο που παύει να υπάρχει εν πρόσωπο.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι θέαση –εν-πρόσωπο ή εντός του προσώπου και παύει να είναι εντός του προσώπου του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι επέκεινα του εντός που ο άνθρωπος έχει ήδη δει το Άλλο δίχως να έχει θέαση πάνω στο Άλλο.
Εάν το Ένα(…) , είναι το Επέκεινα δοσμένο με σάρκα και αίμα.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι το Επέκεινα που δεν είναι πια Επέκεινα-του-Επέκεινα.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι αδειασμένο από την μορφή του Κόσμου και γεμισμένο με το χάος που είναι ο Κόσμος εντός- του Ενός.
Εάν το Ένα(…) , είναι νύχτα, το Άλλο είναι η αδυνατότητα της ημέρας που είναι ταυτόσημη με την ημέρα.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι η τάξη ταυτόσημη με το χάος.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο θεάτεται –εντός-του Ενός και ο Κόσμος θεάτεται εντός- του Άλλου ή εντός του Επέκεινα.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι ομοίως κάθε πραγματική μετατροπή.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι το άπειρο, πεπερασμένο όπως το Ένα, και σταματά να αρνείται το πεπερασμένο του Ενός.
Εάν το Ένα(…) ,το Άλλο είναι το άπειρο εντός του οποιού ο άνθρωπος βλέπει το άπειρο του Θεού.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι εντός του Ενός του Άλλου.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι ταυτόσημα το σπάσιμο της νήσου και η απλότητα της ηπείρου.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι η ευθύτητα της σπείρας.
Εάν το Ένα(…) , το Άλλο είναι η οικεία βεβαιότητα εκεί που κατοικεί η καταστροφή.



ΙV- Εάν το Ένα που είναι Ένα επειδή αυτό είναι Ένα παρά επειδή αυτό είναι ή είναι Άλλο καθορίζει την Ενότητα σε τελευταία ανάλυση, τι συμβαίνει στην Ενότητα;

Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα ακολουθεί το Ένα δίχως να ακολουθείται από αυτό.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα είναι Ενότητα για την υπερβατικότητα και όχι για την εμμένεια.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα είναι η υποκειμενικότητα της υπερβατικότητας.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα είναι μη-συνθετική και μη-αναλυτική για τον εαυτό της.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα δεν είναι παρά Ενότητα ή είναι Ενότητα με σάρκα και αίμα.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα που δεν είναι παρά Ενότητα είναι ταυτόσημη με το Δύο που δεν είναι τίποτα άλλο παρά Δύο.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα είναι επίσης ταυτόσημη με το Υπάρχον, το Είναι και το Άλλο που λέγουν τον εαυτό τους με ένα μη-αντανακλάσιμο τρόπο στους εαυτούς τους.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα του υπάρχοντος, του Είναι και του Άλλου δεν είναι η διαφορά τους, αλλά η μη-αντιστρέψιμη ταυτότητα τους.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα σταματά την εμφάνιση του Ίδιου.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα μορφής και περιεχομένου δεν είναι ισότιμη ούτε από το περιεχόμενο προς τη μορφή ούτε από τη μορφή προς το περιεχόμενο, το ίδιο ισχύει και για άλλα αντίθετα.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα της αστραπής και του κόσμου είναι χάος και χώρα, αλλά δίνει την αστραπή , τον κόσμο και την διαρηγμένη ενότητα τους ενδεχόμενη.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα του Παρμενίδη και του Ηράκλειτου είναι μη-Παρμενίδεια και μη-Ηρακλείτια.
Εάν το Ένα(…) , η αδιαίρετη Ενότητα του ναού παύει να διαιρείται ανάμεσα στη γή και τους ουρανούς και τους αποδίδει στην υπερβολή και στο παράλογο.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα του ναού είναι μη-θεσιακή για τον εαυτό της και δεν γνωρίζει ούτε την βαρύτητα των βράχων ούτε την ελαφρότητα του ουρανού.
Εάν το Ένα(…) , η Ενότητα του ναού φανερωνεται όλο και περισσότερο ως ο ναός ο ίδιος.
Εάν το Ένα(…) ,ισχύει το ΄΄ υπάρχει Ενότητα΄΄ παρά το ΄΄το Ένα είναι΄΄.
Εάν το Ένα(…) , ισχύει το ΄΄η Ενότητα δεν είναι΄΄ παρά το ΄΄Ένα δεν είναι΄΄με την έννοια πως, ως μη-θετική , αυτή δεν είναι, και επιπλέον είναι ταυτόσημη με το Είναι –εντός του Ενός.