τροχιές

Με την πράξη να ανακαλύπτουμε αλήθειες και πάλι με την πράξη να τις ελέγχουμε και να τις αναπτύσσουμε.../Πράξη, γνώση και ύστερα πάλι πράξη˙ η μορφή αυτή της κυκλικής επανάληψης είναι ατελεύτητη.

Μάο ΤσεΤουνγκ


Το συμβάν δεν είναι ο Άλλος του Λόγου αλλά ο 'Αλλος της φιλοσοφίας, όπως ορίζεται σύμφωνα με την πλατύτερη έννοια της πολύπλοκης δομής του, αντί να ορίζεται μόνο με όρους ''παρουσίας".

Francois Laruelle




Κυριακή 3 Απριλίου 2011

Εξομολόγηση 3η: η μνήμη και το μνήμα(περί αναμνήσεων)


1. Θυμόμαστε,οι πεπερασμένοι χρόνοι γεμάτοι απο πεπερασμένες ενέργειες και πεπερασμένους ανθρώπους, παρελαύνουν στην σκέψη μας μέσα απο τις λεωφόρους της μνήμης. Είναι τόσο μεγάλες καιτόσες πολλές οι δυνάμεις τους που τρομάζουμε και πιστεύουμε πως ότι σκεφτόμαστε και ότι πρόκειται να σκεφτούμε, αναγκαστικά πρέπει να προέλθει απο αυτές τις παρελάσεις της μνήμης. Όλα έχουν υπάρξει και αυτό αρκεί για να τους προσδώσουμε την αυθεντία του δημιουργού, την αυθεντία της γέννησης. Ο Αόριστος είναι η παρηγοριά μας, φτάνουμε να θεωρούμε μέλλον την μεταμόρφωση του παρελθόντος με μια μάσκα ομορφιάς. Η μνήμη είναι ένα μνήμα της σκέψης ως δημιουργίας, σύμβολο δηλαδή ενταφιασμού και απόδοσης λατρευτικών τιμών σε ότι κάποτε υπήρξε. Μετατρέπει την σκέψη σε ένα προσκυνητή της, μετατρέπει τον θάνατο σε ελκυστική μορφή που καταστρέφει την σκέψη μέσω της αυτοκρατορίας των αναμνήσεων. Ματαιώνει την θαυματουργική δύναμη του συμβάντος πρώτα από όλα μέσα μας.

2.Το μνήμα είναι σημείο ιερό, κανείς δεν γνωρίζει αν υπάρχουν ακόμα οι νεκροί κάτω απο αυτό, κανείς δεν νοιάζεται για αυτό, το μνήμα είναι η αιτία της σκέψης που σκέφτεται το Ίδιο. Για αυτό το μνήμα είναι όμορφο, παγερό, απομονωμένο και κλειστό, είναι μια χάραξη του τέλους με τελικό τρόπο, δεν είναι ίχνος προς κάπου, δεν προσανατολίζει αλλά κάνει ιδανική την επιστροφή και την επανάληψη.
Το μνήμα φέρνει αναμνήσεις, και στέκεται επίτηδες πάντα επιβλητικό για να μας προκαλεί με την μη- φθαρτότητα του, σαν να μας λέει πως το μόνο παρόν είναι αυτό... πως αν υπάρχει παρόν υπάρχει για να θυμόμαστε, ακόμα και όταν νομίζουμε πως σκεφτόμαστε.

Ζούμε την αιωνιότητα μέσα απο τις αναμνήσεις και επιλέγουμε όχι την απροσδόκητη προέλαση προς το άγνωστο αλλά την γαλήνια βόλτα ανάμεσα στα φαντάσματα που έχουμε γεμίσει με αθανασία. Ο άνθρωπος κατα βάθος θα ήθελε να υπάρξει ως ανάμνηση του ίδιου του σύμπαντος, ανάμνηση του Θεού του.
Δεν υπάρχει μνήμη στο μέλλον, δεν υπάρχουν νεκροί,δεν υπάρχουν Θεοί, η ύπαρξη μένει να αποδειχθεί. Το μέλλον είναι υπόθεση, το παρελθόν νόμος, η επιστήμη είναι με το μέρος του πρώτου.

Σάββατο 12 Μαρτίου 2011

Εξομολόγηση 2η: το φάντασμα που μας οδηγεί


Ο Άμλετ απέναντι στο φάντασμα του Πατέρα. Μια σκηνή της θεατρικής πράξης, μια σκηνή της σύγκρουσης γύρω απο την καταγωγή της θέλησης.Το φάντασμα που οδηγεί τον Άμλετ, υπήρξε ή γεννήθηκε απο τον ίδιο, ώστε όλη του η θέληση για την υπέρβαση του Εγώ του να οδηγηθεί στην τελική φονική πράξη υπο την ευλογία ενός αρχι-υποκειμένου που διέταξε την συνείδηση; Ποιός δημιουργεί την θέληση; Το υποκείμενο ή το φάντασμα που οδηγεί το υποκείμενο; Και αυτό το φάντασμα τελικά ανήκει σε ποιόν; Η ελεύθερη βούληση και ο Θείος επικαθορισμός απο μια υπερ-ατομικής ή υπερ-φυσική αρχή.. όψεις του ίδιου νομίσματος που λέγεται άνθρωπος.

Το φάντασμα που μας οδηγεί, ο Πατέρας που μας εξηγεί τον πόνο του και επι της ουσίας μας σπρώχνει στην πράξη, η απεικόνιση μιας αδυναμίας αποφάσεων που εξεγείρεται και γίνεται προτροπή μέσω μιας μεταμόρφωσης μας. Το φάντασμα που μας οδηγεί είναι το μεταμορφωμένο Εγώ-ως Άλλος, μέσω αυτού μόνο η πράξη αποκτά εξωτερικότητα, αποενοχοποιείται και θεοποιείται, κλείνεται μέσα μας ως αναγκαία επιλογή έναντι ενός Άλλου, ισχυρού, σεβαστού, άυλου και τρομαχτικού, όσα ονειρευτήκαμε για το Εγώ μας, όσα στο Πραγματικό δεν είναι ακόμα υπαρκτά. Προβαίνουμε στην πράξη για να δοκιμάσουμε την αλήθεια των φαντασμάτων μας, για να επιβεβαιώσουμε την θεία τους προέλευση, για να ταυτιστούμε με την ισχύ τους.

Οι μεγάλες πράξεις γίνονται πάντα όχι απο ανθρώπους αλλά απο τα φαντάσματα τους, και για αυτό είναι και μεγάλες.

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011

Εξομολόγηση 1η : ο μόχθος του ανώτερου


Πίνακας του David,Ναπολέων ο Μέγας

Ποιός ταπεινός δεν θέλησε τον όλεθρο του ανωτέρου του;Ποιά δουλική ψυχή μέσα μας δεν επιθύμησε να μας κρατήσει μέσα στο ανθρώπινο το πολύ ανθρώπινο τομάρι της σκέψης που περνιέται για κάτι μεγάλο όσο καιρό μας κρατάει μέσα στο μικρό, μέσα στον ασήμαντο χρόνο της επανάληψης;

Αυτός ο όλεθρος του κατώτερου μέσα μας είναι πιο δύσκολο έργο και απο το να διανοηθείς ένα αριστούργημα τέχνης, απο το να ηγηθείς ενός ατέλειωτου ταξιδιού μέσα στο άγνωστο, ο όλεθρος του κατώτερου είναι μια επιλογή πόνου, ενοχής και φόβου. Η κατάφαση στη ζωή, η απόδειξη ότι προχωράμε μπροστά, τι άλλο μπορεί να είναι απο αυτή την ασταμάτητη εργασία για τον όλεθρο του κατώτερου, για την εξαφάνιση του απο παντού μέσα μας, απο το σβήσιμο του;. Όμως σε αυτό τον πόλεμο πρέπει να μπεις αποφασισμένος να εξολοθρεύσεις και όχι να νικήσεις απλά.

Αν χαρίσεις όρους επιβίωσης στο κατώτερο ίσως να μην ξανατολμήσεις ποτέ την υπέρβαση, την ιδέα της κάθαρσης θα την φυλακίσεις στο κελί της πουλημένης αυτάρκειας ΄΄ότι κάποτε προσπάθησα έστω για μια φορά΄΄. Το σκοτεινό σημείο της απόφασης για μια τέτοια εκστρατεία παραμένει το αντικείμενο όλων των επιστημών του ανθρώπου.
Από που άραγε γεννήθηκε και υπο ποιές συνθήκες το μεγαλειώδες, το ύψιστο, το ιδανικό της ανθρώπινης δράσης μέσα στην Ιστορία; Πριν κατέλθουμε στα πιο μεγάλα πολεμικά πεδία, οφείλουμε να απαλείψουμε τον εσωτερικό εχθρό, να επιδιώξουμε το ανέφικτο...να εξαφανίσουμε το πεδίο διαμάχης με το ήδη-υπαρκτό-Εγώ.Έτσι μόνο μπορεί να κάνει το Εγώ την έξοδο του απο την εσωτερικότητα της διαμόρφωσης στην εξωτερικότητα της επιβολής, της πράξης στον κόσμο. Δεν μπορούμε αδιάκοπα να ξεχνιόμαστε στην εσωτερική πάλη,δεν μας επιτρέπετε να μην εξαπολύουμε την δύναμη μας στον κόσμο.

σ.

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ: Σημεία Υπεράσπισης


1. Η σκέψη του Χάιντεγκερ αποτελεί τεράστια γέφυρα που ενώνει την Προ-Σωκρατική Αρχαία Ελληνική σκέψη με την Φαινομενολογία της Σύγχρονης Ευρωπαϊκής σκέψης και, απὀ εκεί, συνεχίζει προς την όχθη της Αντι-Φαινομενολογίας και μιας μη-φιλοσοφίας, μιας σκέψης μη-φιλοσοφικής. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς την σημερινή Φιλοσοφική Ακαδημία σε όλο τον κόσμο, δίχως την σκέψη του Χάιντεγκερ, είναι αδιανόητο να σκεφτούμε τον Σάρτρ, τον Λεβινάς, τον Ντερριντά, τον Λυοτάρ, τον Λακού-Λαμπάρτ και Νανσύ, το έργο του Μπαντιού αλλά και του Ζίζεκ, του Άγκαμπεν, του Λαρυέλ και τόσων άλλων στοχαστών, δίχως να βαδίζουν μέσα από την μεγάλη νύχτα του Χαϊντεγκεριανού στοχασμού. Θα έλεγε κανείς πως τα έργα όλων τους σε ένα μεγάλο μέρος τους αποτελούν νεκρολογίες πάνω στην σκέψη του Χάιντεγκερ. Ο "Ναζιστής", ο Ολοκληρωτικός, ο σκοτεινός, ο Θεολόγος, ο Υπαρξιστής, ο Πλατωνιστής, ο Αντιδραστικός, ο μεγαλύτερος όλων...

Και οι χαρακτηρισμοί ποικίλουν και συνεχίζουν με βάση το ποιος κρίνει και τι επιδιώκει από την κριτική του. Υπάρχουν έργα σταθμοί που γράφτηκαν για να τον ξεπεράσουν ή να τον ανανεώσουν, ας θυμηθούμε "Είναι και Μηδέν", "Από την Ύπαρξη στο Υπάρχον", "Είναι και Συμβάν" και αρκετά ακόμα. Είναι δυνατόν αυτή η σκέψη να ταξινομηθεί και να τακτοποιηθεί σε ένα συρτάρι, με μια κατηγοριοποίηση, να θεωρηθεί εξαντλημένη ή να ερμηνευτεί με βάση την ερμηνεία των στοχαστών που θέλησαν να την μεταπλάσσουν κατά το δοκούν;
Με το Χάιντεγκερ, πρέπει να κάνουμε ό,τι μας θέτει σαν ευθύνη η σκέψη του Μαρξ. Να επιστρέψουμε σε αυτόν, να τον αναγνωρίσουμε σαν μια μεγάλη ανεξερεύνητη ήπειρο, να εκτιμήσουμε την καθοριστική μεταβατικότητα του στοχασμού του, να αξιολογήσουμε τις χρήσεις που του έκαναν και του κάνουν τα Φιλοσοφικά ρεύματα εδώ και μισό αιώνα τώρα. Να πιάσουμε νήματα και να βρούμε ίχνη σε αυτό το απέραντο δάσος της σκέψης, πέρα από κάθε ψευτοϋποχρέωση να δικαιώσουμε ένα ρηχό προοδευτισμό της σκέψης, μια ψευδή ριζοσπαστικότητα, που έτοιμη και ξαναζεσταμένη πλασάρεται σαν τροφή στον εγχώριο προβληματισμό. Θα θέσουμε κάποια σημεία υπεράσπισης ενός Χάιντεγκερ που μας χρειάζεται για την εργασία της απο-φιλοσοφικοποίησης της σκέψης, την επαναεισαγωγή της στο ζειν, στην πράξη του Πραγματικού.

2. Ο Χάιντεγκερ με το "Είναι και Χρόνος" είναι ο πρώτος που χτυπάει στο κεφάλι όλη την Καρτεσιανή Μεταφυσική παράδοση της Δυτικής σκέψης, δίνοντας χαριστική βολή στην Φαινομενολογία και στις όποιες δικές του ακόμα σχέσεις με αυτήν. Δεν έρχεται σε ρήξη απλά με την Χουσσερλιανή παράδοση αλλά τοποθετεί όλο το Φιλοσοφικό εγχείρημα στο ειδώλιο με μια ακραία αντι-φαινομενολογική τοποθέτηση. Αυτοί που στο έργο αυτό είδαν μόνο μια επιστροφή στο "Είναι", μια ουσιαστικά νατουραλιστική Ρομαντική ανάλυση του Όντος, εντέχνως αποσυνδέουν και αποκρύπτουν την κεντρική προβληματική του Χαϊντεγκεριανού έργου για το "Πως" και το "Τι" αυτού του Είναι. Τα αντι-φαινομενολογικά στοιχεία της σκέψης του δεν είναι περιστασιακά και σκόρπια μέσα στο "Ε κ Χ" αλλά βασικά σε κάθε πέρασμα του προβληματισμού του. Ο Χάιντεγκερ είναι αυτός που τοποθετεί το Συμβάν και την καθοριστικότητά του σε σχέση με το Είναι, αποδίδοντας του την λειτουργία μιας απο-παρουσίασης, μιας σκοτεινοποίησης για την Φιλοσοφική σκέψη που αναγκαστικά ζει μέσα στα όρια της εποπτείας.

Είναι χαρακτηριστική η φράση του "Το ότι που χαρακτηρίζει την γεγονότητα δεν είναι προσιτό με εποπτεία". Εντοπισμός της συμβαντικότητας εκτός της εποπτικής. Άρα ενόραση και μυστικισμός, θα πουν κάποιοι· όμως το άνοιγμα που δίνεται για την ερμηνεία της φύσεως του Πραγματικού είναι εδώ ορατό. Η Καρτεσιανή οντολογία του κόσμου λέει "κόσμο" το φυσικό εμπράγματο, και το φυσικό εμπράγματο δεν γεννά την συμβαντική κατάσταση ως μεμονωμένο αντικείμενο. Η γεγονότητα υπάρχει έξω από την εποπτεία με αυτή την έννοια, δηλαδή ανήκει στην τάξη της παραγωγής ανυπολόγιστων σχέσεων μεταξύ των όντων με τέτοιο τρόπο που να αποτελούν ένα νέο Είναι, μια νέα τάξη, μια εμμένεια που δεν παίρνει την μορφή της αντικειμενοποίησης που συνηθίζουν οι έννοιες του Υποκειμενικού μηχανισμού της ανθρώπινης σκέψης.

Ο Χάιντεγκερ για αυτό επιστρέφει στους Προ-Σωκρατικούς. Πρώτον για να δείξει έναντι τού Καρτεσιανού στοχασμού πως η έννοια "κόσμος" είναι τόσο βαθιά, ολική και απόκοσμη που το στένεμά της στο φυσικό εμπράγματο επί της ουσίας οδηγεί σε μια απομάκρυνση από το είναι του Κόσμου και σε μια προσκόλληση στο φαίνεσθαι του και, δεύτερον, για να επισημάνει την ανάγκη μιας απο-ανθρωποποίησης της σκέψης, μιας στροφής στην ανεξαρτησία του Είναι από την συνείδηση, μιας υποχρεωτικής ευθύνης ο άνθρωπος να σκέφτεται με βάση το πάντα Άπειρο, το πάντα Ξένο, το πάντα Τρομαχτικό Συμβάν του Πραγματικού. Με κάθε σεβασμό, το έργο κανενός Μπαντιού δεν θα μπορούσε να σταθεί στα πόδια του αν δεν είχε υποδείξει ο Χάιντεγκερ την αντι-φαινομενολογική σημασία του Ereignis, το Πρωτο-Συμβάν, στην ανάλυση για τον Κόσμο.

3. Ο Χάιντεγκερ δεν αναζητά παρά τον τρόπο ύπαρξης και την σημασία του Ενός, όταν σκέφτεται και αναλύει το "Είναι". Δεν είναι ο στοχαστής του "Είναι" αλλά ο στοχαστής του Ενός. Η φιλοσοφική στρατηγική του να ξεκινήσει από την επανανοηματοδότηση του Κόσμου πέρα από τις Καρτεσιανές συντεταγμένες, να παρουσιάσει τις πολλαπλότητες του Είναι, συνιστά το έδαφος, τη βάση, την αφετηρία ενός στοχασμού που πηγαίνει να διασχίσει τα πιο δύσβατα μονοπάτια στο δρόμο προς την Απ-αρχή. Αυτό που ταλανίζει τον Χάιντεγκερ δίνεται από τον ίδιο συνταρακτικά με το ακόλουθο απόσπασμα: "Ως προς το ποιος είναι ο Καλεστής δεν μπορεί να καθοριστεί "κοσμικά" με τίποτα... Το να ακούσεις αυθεντικά το κάλεσμα σημαίνει να εισαχθείς στο γεγονικό πράττειν." Το κάλεσμα δεν υπάρχει λοιπόν στον κόσμο αυτό, αλλά στο γεγονικό πράττειν, στην συμβαντική εξω-κοσμικότητα, στην συμμετοχή σου σε αυτή. Ο Καλεστής συνεπώς δεν είναι ένας επερχόμενος Μεσσίας, αλλά το συμβάν που αποδέχεσαι να πιστέψεις και να υποκειμενοποιηθείς μαζί του.
Όχι τυχαία, η αυθεντικότητα του ακούσματος δηλώνεται εδώ με βάση την εισαγωγή σε αυτό το γεγονικό πράττειν. Δεν είναι η γενική συμμετοχή στο "Είναι", δεν είναι η αδιάφορη σπατάλη στον καθημερινό εμπράγματο κόσμο, αλλά η πορεία προς το Ένα-Συμβάν που υποκειμενοποιεί αληθινά το ανθρώπινο.

4. Γι' αυτό ο θάνατος είναι μια εμμένεια της ζωής, μια εμμένεια εντός του "Είναι", είναι το μέγιστο Απροσδόκητο, το Απόλυτο Κακό, το Υπερ-Συμβάν, η ιστορικότητα που δεν προλογίζεται από καμία παρουσία. Το Ένα είναι θάνατος του Είναι και αυτή η πάντα αστραπιαία εμφάνισή του το καθιστά ένα φαινόμενο της σπανιότητας, την Εξαίρεση, την πράξη που γίνεται η προϋπόθεση της Φύσης να μένει πάντα Φύση, να γεννιέται πάντα από την αρχή. Ο θάνατος στον Χάιντεγκερ είναι αυτή η γέννα της αρχής, η επισφράγιση της υποταγής του Πληθυντικού Είναι στην συμβαντική χειρονομία του Ενός να διασαλεύσει την υφιστάμενη τάξη, να νεκρώσει τον υπαρκτό οργανισμό, να επιβάλλει την ανάγκη για ζωή θέτοντας το απόλυτο μηδέν.

Το θνήσκειν και ο χρόνος συσχετίζονται εντός του Είναι με πολεμικούς όρους. Το ζήτημα της χρονικότητας είναι συνυφασμένο με την θνητότητα, με το πώς και πότε μιας τελικής πράξης επικαθορισμού της ήδη-δοσμένης φύσης ενός όντος ή και του Κόσμου όλου. Στο σημείο αυτό όντως ο στοχασμός του Χάιντεγκερ είναι πολεμικός, ολοκληρωτικός, αποκαλυπτικός. Όχι γιατί δικαιολογεί το Ολοκαύτωμα ή τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά γιατί υπερασπίζεται ότι, είτε το θέλουμε είτε όχι, η αλήθεια του κόσμου θα επικαθοριστεί από ένα Αρχι-Θάνατο, από ένα Ένα-Συμβάν-χωρίς Κόσμο.
Αυτός είναι ο Θεός του Χάιντεγκερ που μπορεί να μας σώσει, η αποτελείωση της φιλοσοφίας ως σκέψης φαινομενολογικής, ως σκέψης "κοσμικής", ως σκέψης χρονικής και όχι ιστορικής, ως σκέψης που αρνείται την άρνηση και για αυτό πεθαίνει, που αρνείται το θάνατο για αυτό δεν ζει, που αρνείται το Συμβάν για αυτό και δεν συνιστά πια μια σκέψη για τον άνθρωπο και την ευτυχία του.
Πίσω στο "Είναι κ Χρόνος", πίσω στην πρώτη αντι-φαινομενολογική επίθεση μιας αληθινής σκέψης, μιας αληθινής μη-φιλοσοφίας.

σ.