τροχιές

Με την πράξη να ανακαλύπτουμε αλήθειες και πάλι με την πράξη να τις ελέγχουμε και να τις αναπτύσσουμε.../Πράξη, γνώση και ύστερα πάλι πράξη˙ η μορφή αυτή της κυκλικής επανάληψης είναι ατελεύτητη.

Μάο ΤσεΤουνγκ


Το συμβάν δεν είναι ο Άλλος του Λόγου αλλά ο 'Αλλος της φιλοσοφίας, όπως ορίζεται σύμφωνα με την πλατύτερη έννοια της πολύπλοκης δομής του, αντί να ορίζεται μόνο με όρους ''παρουσίας".

Francois Laruelle




Σάββατο 19 Ιουνίου 2010

Η Μοναξιά του Υποκειμένου

''Ο σκύλος'', πίνακας του Γκόγια



ΜΕΡΟΣ Α :Η μοναξιά ως ιδρυτική βία

1. Το Υποκείμενο συγκροτείται την στιγμή που αποσυσχετίζεται απο την υπαρκτικότητα του ήδη-κόσμου. Αυτή η αποσυσχέτιση είναι βία που δημιουργεί τις πρώτες μορφές του αυτομετασχηματισμού του σε κάτι πέρα απο τον υπαρκτό κόσμο. Η απόσπαση του απο τον ήδη-κόσμο δεν συνιστά μια μηχανική αποσύνδεση ενός μέρους που απλά οδηγείται σε μια άλλη κατάσταση, αλλά συνιστά μια αυτοκαταστρεφόμενη μερικότητα του ήδη-κόσμου που αποσυσχετίζεται και αποστασιοποιείται απο αυτον ώστε να ολοκληρώσει νέες λειτουργίες και καινοτόμα γνωρίσματα.
Το Υποκείμενο συγκροτείται όταν επιτελεί μια πράξη απο-κοσμοποίησης που είναι και μια αποσυνολικοποίηση, με την έννοια ότι το νέο Υποκείμενο παύει να αποτελεί στοιχείο ενός καθορισμένου συνόλου. Στην κατάσταση αυτή μιλάμε για μια απώλεια ταυτότητας και μία δέσμευση του υποκειμένου σε μια προσωρινή απροσδιοριστία ,που το χαρακτηρίζει έως ότου αποκτήσει τα πλήρη γνωρίσματα της ρηξικέλευθης οντότητας του.

Για το λόγο αυτό, το Υποκείμενο σαν πρώτη ταυτότητα γνωρίζει την καθοριστική Μοναξιά που είναι απαραίτητη για την δημιουργία των δικών του συνόλων και κόσμων, απαραίτητη για την κάθαρση απο τα στοιχεία του ήδη-κόσμου.

2. Μοναξιά σημαίνει εσώκλειστη ανάπτυξη, τοπικότητα του Εγώ, κατάσταση αποκλεισμού απο τον Πληθυντικό και κάθε ετερότητα, σύμπραξη του Υποκειμένου μόνο με τον Εαυτό του. Περιγράφουμε μία διαδικασία αυτο-απομόνωσης που επιβεβαιώνει την απόλυτη διαφορά του Υποκειμένου με τον κόσμο. Η πρώτη ταυτότητα του υποκειμένου είναι η άρνηση ταυτότητας με τον ήδη-κόσμο και η κατάφαση ταυτότητας μόνο προς το Εγώ του.
Το Υποκείμενο , με αυτή την έννοια, είναι ένα Μοναδικό Ένα και η μοναξιά του είναι απόδειξη της θέλησης για το Ένα και της αποστροφής του για το Πολλαπλό.
Με αυτή την κατάφαση του προς την Μοναδικότητα, το υποκείμενο τείνει προς μια ολοκληρωτική βία ενάντια στο κάθε φορά κυρίαρχο σύστημα αξιών, σκέψης, λογικής και λειτουργίας του ήδη-κόσμου.Όμως η πιο βάρβαρη μορφή βίας που προσφέρει το υποκείμενο κατα την διάρκεια της τρομακτικής ιστορίας του είναι η επιμονή της συγκρότησης του πέρα και ενάντια σε κάθε συνανήκειν, πέρα και ενάντια σε κάθε κοινότητα συσχετισμένων αντικειμένων του ήδη-κόσμου.

Δίχως την αντιδημοκρατική βούληση για ύπαρξη έξω απο τον ήδη-κόσμο, το υποκείμενο δεν θα ήταν σε θέση να εγκαθιδρύσει το ''Μοναδικό του'', τον φορέα του νέου, του Άλλου που δεν αποδέχεται κανένα Άλλο.
Μιλάμε για την διαδικασία εξάλειψης του Άλλου, επιδίωξης να απολυτοποιηθεί το Πραγματικό, να εξαφανιστεί το Φαινόμενο δια παντός. Αναμφίβολα, σ΄αυτό το πνεύμα συνηγορεί όλη η βουλησιαρχική παράδοση που καθορίζει την φιλοσοφική-θεολογική και πάνω από όλα πολιτική Ιστορία της έννοιας του Υποκειμένου. Η θέληση για δύναμη, για γνώση , για εξουσία, για ζωή και θάνατο, η Θεία θέληση και η Ανθρώπινη θέληση, αποτελούν αποδείξεις της τιτανομαχίας των Εγώ να ενσαρκώσουν την απόλυτη ελευθερία του Πραγματικού. Να τα άνθη που ποτίζει αυτή η αποτρόπαια και παντοδύναμη Μοναξιά του Υποκειμένου.



ΜΕΡΟΣ Β: το Υποκείμενο που βαδίζει στα ίχνη του Maurice Blanchot

1."Εγώ ο μηδαμινός υπήρξα ηγεμών"(1). Το Υποκείμενο ορίζεται σε κατάσταση ανυπαρξίας αλλά εκεί μόνο αναγνωρίζει την απροσδόκητη αυτοκυριαρχία του, ότι εκ του μηδενός μπορεί να δημιουργήσει το ελάχιστο, το πρώτο δείγμα ζωής μέσα στο θάνατο. Ένα Εγώ που ηγεμονεύει γιατί είναι μηδαμινό, γιατί υπάρχει απογυμνωμένο απο το πλήθος των εμφανίσεων του ήδη-κόσμου. Αυτή η απόλυτη στέρηση που εσωκλείει την δυνατότητα για κατοχή, για θέληση για ζωή, για ιδιοποίηση των Πάντων. Όταν το Υποκείμενο ανακοινώνει την παραδοξότητα της ηγεμονίας του προφέρει το στερητικό λόγο της θέλησης για το πέρασμα απο το Μηδέν στο Ένα, στο καθαρό και απόλυτο Πραγματικό.


2."Πίστη ότι θα ήμασταν τα λαμπερά σημεία της γραφής της πυράς, γραμμένη μεσα σε όλους, αναγνώσιμη μόνο μέσα μου, σ΄αυτόν που αποκρίνεται-αυτό όμως ήταν άλλοτε και ήταν ο καθένας μας με τον ψίθυρο του στην κοινή βεβαιότητα" (2).
Πίστη στη γραφή της πυράς, σημαίνει πίστη στη γραφή της καταστροφής, της ανανέωσης δια της εξάλειψης. Το υποκείμενο δεν αναγνωρίζεται στην γραφή της καθημερινής ειρηνικής επικοινωνίας των νοημάτων και των λειτουργιών των αντικειμένων, δεν αναγνωρίζει την γλώσσα της φαινομενικότητας του κόσμου άρα και το λόγο και την γραφή του. Εντός μόνο της Μοναξιάς του καλλιεργεί την συνείδηση του καταστροφικού στοιχείου, την υλική δύναμη που ενοποιεί, που δημιουργεί το χώρο διαμονής του νέου κόσμου. Το Υποκείμενο είναι ο Θεός και ο μόνος πιστός Τού ταυτόγχρονα, δηλαδή θεοποιεί τις πράξεις του ώστε να αποδώσει την μέγιστη πίστη σε αυτές μόνο το ίδιο, παράγει ένα διχασμό μεσα στην παράνοια του για το Απόλυτο(" να είμαι ο Μοναδικός που φτιάχνει ένα κόσμο και ο Μοναδικός που πιστεύει απόλυτα ότι αυτός είναι ο έσχατος κόσμος").
Το Υποκείμενο γυρίζει πάλι στην μοναξιά , για αυτό η κοινή βεβαιότητα είναι ένα λάφυρο που το παίρνει ώστε να επιβεβαιώσει την ανωτερότητα του απο τον εξωτερικό κόσμο.

3." Γράφε όχι μόνο για να καταστρέφεις, όχι μόνο για να διατηρείς, όχι για να μεταδίδεις, γράφε κάτω απο την έλξη του ανέφικτου Πραγματικού, αυτού του μεριδίου καταστροφής που βουλιάζει, σώα και αρτιμελής, κάθε πραγματικότητα.."(3).
Το υποκείμενο είναι η πράξη που αναζητά να υλοποιήσει το ανέφικτο Πραγματικό. Ο Μπλανσό έχει δίκιο. Κάτω από την έλξη της ανεφικτότητας, και μόνο το Υποκείμενο διατηρεί την υπόσταση του ως ένα Εγώ που αγωνίζεται αδιάκοπα προς κάτι. Όμως δεν εννοούμε ένα ''προς κάτι'' ως επέκεινα, ως υπερβατικότητα, αλλά ως εμμένεια, ως αυτό που το ίδιο το Υποκείμενο δεν επιθυμεί να εκφράσει ή απλά να αντιπροσωπεύσει αλλά να αποδώσει, να αποτελέσει το ίδιο το επέκεινα του. Το Υποκείμενο υπάρχει όσο θέλει να γίνει το Πραγματικό καθεαυτό.
Ο μαζοχιστικός πυρήνας αυτής της θέλησης είναι μηχανή ζωογόνησης της πράξης του Υποκειμένου. Η γνώση ότι δεν αποτελεί το Πραγματικό αλλά επίπονα αναζητά τον κορεσμό του μέχρι να γίνει το Πραγματικό καθεαυτό, η πίστη ότι η αυτο-τιμωρία του για την γνώση αυτή θα το οδηγήσει στην ταύτιση με το Πραγματικό , γίενται παντοδύναμη.

4. "Με εμένα το είδος πέθαινε κάθε φορά εντελώς" (4).
Το Υποκείμενο πεθαίνει συνέχεια, πάντα άλλωστε μιλάμε για το υποκείμενο που δεν υπάρχει ακόμα, είμαστε ενσωματωμένοι στην υποκειμενοποίηση του Θανάτου, της ολοκληρωτικής απουσίας, σκεπτόμαστε διαρκώς το νέο και την γέννηση του ακριβώς γιατί βιώνουμε μια ανικανότητα για ζωή. Σε αυτή την νεκρολογία της σκέψης, αντιπαραθέτουμε ένα άλλο λόγο. Το υποκείμενο πεθαίνει σημαίνει απεργάζεται ένα νέο σκοπό, η άπειρη παραγωγή σκοπών οδηγεί στο θάνατο ,όμως πάντα έχει μεσολαβήσει η ζωή, η ζωή του μετασχηματισμού που οδηγεί κάθε φορά σε ένα διαφορετικό θάνατο, αποκλεισμένο και τεχνικό αναγκαίο εξάρτημα στην παραγωγική μηχανή της ύπαρξης, τίποτα παραπάνω και τίποτα παρακάτω. Το υποκείμενο επισφραγίζει αυτή την διάρκεια της ζωής και την διαφορά των άπειρων θανάτων, χωρίς το υποκείμενο αυτό που θα υπήρχει θα ήταν η αυτοκρατορία της ανυπαρξίας.

5. "Δεν ζούμε πλεόν μέσα στον κόσμο αλλά μέσα στην απόκρυψη"(5).
Το υποκείμενο κρύβεται εντός του, καλύπτεται απο τον ήδη-κόσμο, υφίσταται εκεί που δεν υφίσταται το Φαινομενικό-Εδώ. Προφανώς δεν αναφερόμαστε σε ένα αποκρυφιστικό επέκεινα. Το Εγώ είναι η εμμένεια της απόλυτης υπερβατικότητας, αποκρύβεται απο τον κόσμο για να γίνει ένας άλλος κόσμος. Ιδρυτική πράξη του εποπτικού, του θεωρητικού, του καθαρού Υποκειμένου είναι η απόκρυψη απο τον ήδη-κόσμο. Με αυτό τον τρόπο το υποκείμενο δεν δέχεται την συνύπαρξη με τον κόσμο, αποκρύβεται μέχρι να αντικαταστήσει πλήρως τον υπαρκτό κόσμο. Το υποκείμενο είναι το αποκεκρυμένο ώστε να παρουσιαστεί ως το αποκεκαλυμένο.
Πέρα απο κάθε γλωσσική υποταγή το υποκείμενο καταστρέφει την επικοινωνία, δεν χρησιμοποιεί την γλώσσα του κόσμου γιατί μέσω αυτής γίνεται προσβάσιμο στο πλήθος των ταυτοτήτων του Πολλαπλού. Το Υποκείμενο δεν αποδέχεται την γλώσσα γιατί μέσω αυτής αναπαράγεται η πολυ-υποκειμενοποίηση του Φαινομένου που είναι απο-υποκειμενοποίηση επι της ουσίας.
Το υποκείμενο που γνωρίζει την δύναμη του δεν συνομιλεί με κανένα, επιλέγει το θάνατο του Άλλου και το κάνει αρχικά με το να αρνείται την ύπαρξη της ανταλλαγής κάθε νοήματος πέρα από το Εγώ του. Για το υποκείμενο το νόημα δεν υπάρχει πουθενά αλλού πέρα απο την άσκηση της θέλησης του. Κάθε επέκεινα και υπερβατολογία είναι αδύνατο να εντοπισθούν στην πρακτική του. Για αυτό η αρχή της αποδόμησης του Απόλυτου και του Υποκειμένου βρίσκεται μέσα στη γλώσσα, για αυτό η γλώσσα για το Υποκείμενο είναι ένα εχθρικό πεδίο, ο τόπος της αντιστροφής του Πραγματικού, ο μηχανισμός του ψευδούς και όχι του αληθούς συμβάντος.

Σημειώσεις:

1.Μωρίς Μπλανσό, Η τρέλα της ημέρας, εκδ.Άγρα

2. Μωρίς Μπλανσό, Ο τελευταίος Άνθρωπος, εκδ.Άγρα

3. Μωρίς Μπλανσό, Η γραφή της Καταστροφής

4. Μωρίς Μπλανσό, Θωμάς ο Σκοτεινός, εκδ.Σμίλη

5. Μωρίς Μπλανσό, Εκείνος που δεν με Συντρόφευε, εκδ.Σμίλη